Του Χρήστου Μπλατσιώτη
Το έτος 1958, ο ανταγωνισμός στον λεγόμενο «Ψυχρό Πόλεμο» μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ άλλαζε επίπεδο. Λίγους μήνες πριν, τον Αύγουστο του 1957, οι Σοβιετικοί εκτόξευσαν δοκιμαστικά τον πρώτο πυρηνικό διηπειρωτικό πύραυλο της ιστορίας (τύπου R-7) ο οποίος είχε βεληνεκές έως 8.500 χλμ και μπορούσε να πλήξει κάθε στόχο σε Δυτική Ευρώπη και ΗΠΑ ενώ από τον Οκτώβριο του 1957 είχαν θέσει σε τροχιά τον πρώτο τεχνητό δορυφόρο της ιστορίας («Σπούτνικ 1»). Οι εξελίξεις αυτές μαζί με την αναμενόμενη αντίστοιχη απάντηση των ΗΠΑ, μετέτρεπαν το 1958 σε έτος-αυγή μιας νέας εποχής ανταγωνισμού ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις.
Το νέο τοπίο επηρέασε άμεσα και τις χώρες- μέλη της κάθε συμμαχίας όπως και την Ελλάδα που ναι μεν ως χώρα ήταν επίσημα με την πλευρά της Δύσης και μέλος του ΝΑΤΟ από το 1952, ως κοινωνία όμως εμφάνιζε ένα έντονο αντιαμερικανικό κλίμα, με την απήχηση της Αριστεράς να παραμένει υπολογίσιμη. Κι αυτό συνέβαινε παρά τη συντριπτική ήττα των αριστερών στον Εμφύλιο, παρά τον αντικομμουνιστικό προσανατολισμό των μεταπολεμικών κυβερνήσεων της δεκαετίας του ’50 και παρά την τεράστια οικονομική βοήθεια των ΗΠΑ προς την Ελλάδα μέσω του σχεδίου Μάρσαλ.
Ο αντιαμερικανισμός αυτός προφανώς ενοχλούσε και ανησυχούσε την πλευρά των ΗΠΑ κι έτσι μπήκε στο μικροσκόπιο κάθε κίνηση που θα μπορούσε να ενισχύσει την επιρροή της Αριστεράς προς την ελληνική κοινωνία, από το εσωτερικό της χώρας ή από το εξωτερικό μέσω διεθνών σχέσεων, συναλλαγών και διασυνδέσεων που σχετίζονταν με χώρες του Ανατολικού μπλοκ και βέβαια με την ΕΣΣΔ. Κάπως έτσι και μεταξύ άλλων, η Αθήνα «συμπεριλήφθηκε» στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και το 1954 συγκροτήθηκε η ελληνική Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΚΥΠ) στα πρότυπα της αμερικανικής κεντρικής υπηρεσίας πληροφοριών CIA που είχε ιδρυθεί λίγο νωρίτερα, το 1947. Η συνεργασία των δύο υπηρεσιών εκείνη την περίοδο, σύμφωνα με δημοσιογραφικές έρευνες και ρεπορτάζ, υπήρξε στενότατη και είναι η CIA που εγκατέστησε τότε στην Ελλάδα, στα κεντρικά γραφεία της ΚΥΠ, τον πρώτο ηλεκτρονικό υπολογιστή που χρησιμοποιήθηκε στη χώρα, έναν «ηλεκτρονικό εγκέφαλο» της ΙΒΜ που μπορούσε να καταγράφει τα πάντα. Οι ίδιες πηγές του ρεπορτάζ αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι η ΚΥΠ της δεκαετίας του ’50 «ασκούσε ασφυκτικό έλεγχο» σε κάθε κοινωνική ή άλλη δραστηριότητα που σχετίζονταν με τον κομμουνισμό, την ΕΣΣΔ ή με τις χώρες του Ανατολικού μπλοκ. (1)
1958: Η 23η ΔΕΘ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ
Από το ξεκίνημα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, η εκθεσιακή συμμετοχή των χωρών του Ανατολικού μπλοκ ήταν διαρκής και σημαντική καθώς οι χώρες αυτές φρόντιζαν -και είχαν λόγους- να παρουσιάζουν εντυπωσιακά περίπτερα, προβάλλοντας τα «λαμπρά επιτεύγματα» του σοσιαλιστικού «παραδείσου» τους. Ήδη από την 1η ΔΕΘ του 1926 υπήρξαν δύο τέτοιες επίσημες συμμετοχές, της ΕΣΣΔ και της Βουλγαρίας όπως και άλλες μεμονωμένες. Και αργότερα στην πρώτη μεταπολεμική συμμετοχή των Σοβιετικών στη ΔΕΘ, το 1954, η συμμετοχή της ΕΣΣΔ ήταν η μεγαλύτερη διεθνής παρουσία της «Έκθεσης», αναπτύσσονταν σε χώρο 3.000 τ.μ. με κεντρικό ντεκόρ τεράστια σφυροδρέπανα και τα εντυπωσιακά εκθέματά της, που υπολογίστηκε ότι ζύγιζαν πάνω από 600 τόνους, αποτελούσαν κυρίαρχο πόλο έλξης για τους χιλιάδες επισκέπτες της διοργάνωσης. (2)
Οι χώρες του Ανατολικού μπλοκ έδωσαν το παρόν και το έτος 1958, στη διοργάνωση της 23ης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης όπου συμμετείχαν, η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Πολωνία, η Τσεχοσλοβακία, η Ρουμανία και η Γιουγκοσλαβία. Επίσης συμμετείχαν και χώρες όπως η Δυτική Γερμανία, η Ολλανδία, η Φινλανδία, η Ιταλία, η Αυστρία, η Αίγυπτος και το Ισραήλ. Όλα τα διεθνή περίπτερα προωθούσαν και παρουσίαζαν προϊόντα και τεχνολογικά επιτεύγματα των χωρών τους. Το ίδιο έκαναν και οι προαναφερόμενες 5 χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» γεγονός που σύμφωνα με τα όσα περιεγράφηκαν προηγουμένως για το κλίμα της εποχής, σίγουρα θα προκάλεσε και το «ενδιαφέρον» μυστικών υπηρεσιών και άλλων συναφών δικτύων τους.
Η ΡΟΥΜΑΝΙΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΒΛΑΧΟΦΩΝΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ
Δεν ήταν όμως μόνο το ζήτημα του «κομμουνισμού» που εκείνη την εποχή συγκέντρωσνε την προσοχή των μυστικών ή άλλων αρμοδίων υπηρεσιών. Στις περιοχές της χώρας όπου συγκεντρώνονταν το βλαχόφωνο στοιχείο του ελληνισμού υπήρχε και το ζήτημα της λεγόμενης «Ρουμανικής προπαγάνδας» δηλαδή εκείνη η πλήρως ανιστόρητη και εντελώς αβάσιμη προσπάθεια κύκλων της Ρουμανίας να προπαγανδίζουν ότι η καταγωγή των βλαχόφωνων Ελλήνων συνδέεται με τη Ρουμανία και ότι ο πληθυσμός αυτός αποτελεί, δήθεν, «ξεχωριστή μειονότητα». Πρόκειται για ένα ζήτημα που ξεκίνησε να εμφανίζεται κυρίως στα ημινομαδικά βλαχοχώρια των Γρεβενών και στους βλάχικους οικισμούς του Περιστερίου (όρος Λάκμος) λίγο μετά το 1860 και αργότερα εξαπλώθηκε στα περισσότερα βλαχόφωνα κέντρα μέσω μιας επίπονης και κυρίως πολυδάπανης ρουμανικής προπαγάνδας. (3)
Παρότι η συντριπτική πλειοψηφία των βλαχόφωνων Ελλήνων όχι μόνο αντέδρασε σθεναρά στη συγκεκριμένη προπαγάνδα αλλά και με άποψη συνέβαλλε στην προσπάθεια εξουδετέρωσής της, η εξέλιξή της υπόθεσης σε σχέση και με τους επιβεβλημένους, αναγκαίους και ειδικούς διπλωματικούς χειρισμούς της Ελλάδας στο πλαίσιο της Συνθήκης του Βουκουρεστίου το 1913 (αναγνώριση εκκλησιαστικών και εκπαιδευτικών δικαιωμάτων σε «ρουμανίζοντες» Έλληνες) οδήγησε σε χαρακτηρισμούς του τύπου «ρουμανόβλαχοι», ίσως με αιτία κάποιες φορές κι άλλες φορές σκοπίμως διχαστικά ή άδικα ή με προχειρότητα.
Φθάνοντας όμως στο έτος 1958, σε γεγονότα του οποίου αναφερόμαστε σε αυτό το ρεπορτάζ, η προπαγάνδα των ρουμάνικων κύκλων προχώρησε και στη φάση των εκδόσεων, έχοντας ήδη ιδρύσει από το 1952 τη «βιβλιοθήκη Ρουμανικών σπουδών» στο Φράιμπουργκ της Δυτικής Γερμανίας, κι έτσι εντάθηκε ακόμη περισσότερο, η ίδια προπαγάνδα μέσω και έντυπης αναπαραγωγής πλασματικών στοιχείων και σαθρών επιχειρημάτων σε σχέση με την καταγωγή των βλαχόφωνων Ελλήνων. (4)
«ΑΠΟΡΡΗΤΕΣ» ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΗ ΒΕΡΟΙΑ
Μετά από αυτές τις εξελίξεις, το περίπτερο της Ρουμανίας εκείνης της χρονιάς (1958) στην 23η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης δεν μπορούσε να περάσει «απαρατήρητο» από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες της Ελλάδας κι έτσι συνέβη και το παρακάτω περιστατικό:
Το υπουργείο Βορείου Ελλάδος, βασιζόμενο σε πληροφορίες που συγκέντρωσε από τη δεξίωση που παρέθεσαν οι επικεφαλής του περιπτέρου της Ρουμανίας, επ΄ ευκαιρία της συμμέτοχής τους στην 23η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ενημέρωσε το υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας μέσω «απόρρητης» επιστολής με ημερομηνία 17 Σεπτεμβρίου 1958, που φέρει την υπογραφή του υπουργού Βορείου Ελλάδος, Αύγουστου Θεολογίτη ότι στο πλαίσιο της δεξίωσης «διαπιστώσωμεν ότι εκλήθησαν και παρέστησαν εις αυτήν όλα τα ενταύθα στελέχη των ρουμανιζόντων, παρά το γεγονός ότι ταύτα διατείνονται ότι είναι αντικομουνισταί» και ότι «δεν αποκλείεται η εν Αθήναις Ρουμανική Πρεσβεία δια των επαφών τούτων να προσπαθήση να αναζωπυρώση την παλαιών ρουμανικήν προπαγάνδαν δια την οποία θα εύρη πάντοτε πρόθυμα όργανα».
Από το περιεχόμενο της ίδιας επιστολής είναι φανερό ότι το υπουργείο Βορείου Ελλάδος και ο αρμόδιος υπουργός, όταν αναφέρονται σε «ρουμανίζοντες» εννοούν κυρίως Ημαθιώτες πολίτες γι’ αυτό και η επιστολή κοινοποιείται μόνο στον Νομάρχη Ημαθίας (το 1958 ήταν ο Χαράλαμπος Τζόβας) και όχι σε κάποια άλλη Νομαρχία καθώς και στην Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΚΥΠ) όπως και στο Κέντρο Αλλοδαπών Θεσσαλονίκης.
Στην ίδια επιστολή, ο υπουργός Βορείου Ελλάδος ενημερώνει ότι διαθέτει επιπλέον πληροφορίες για επικείμενη επίσκεψη στην περιοχή της Βέροιας, του τότε Πρέσβη της Ρουμανίας στην Αθήνα, ονόματι Drinceanu, εκτιμώντας ότι αυτή γίνεται με το πρόσχημα της εμπορικής έρευνας στη βεροιώτικη παραγωγή νημάτων για λογαριασμό της ρουμανικής βιομηχανίας ενώ στην ουσία (όπως υποστηρίζει ο υπουργός) σχετίζεται με τη διάδοση της ρουμάνικης προπαγάνδας για τους βλαχόφωνους Έλληνες και μπορεί να δώσει αφορμή πρόκλησης αναταραχών με επίκεντρο τους «ρουμανίζοντες» στην περιοχή της Βέροιας, περιοχή όπου «θα βρει πάντοτε πρόθυμα όργανα» για την αναζωπύρωση αυτής της προπαγάνδας. Για τον λόγο αυτό ζητά από το υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας να μη δώσει τη σχετική άδεια στον Πρέσβη της Ρουμανίας και να μη του επιτρέψει να επισκεφθεί τη Βέροια. (5)
1932: ΜΙΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΤΗΣ ΒΕΡΟΙΑΣ
Μια μόνο επισήμανση πριν προχωρήσω στο πλήρες κείμενο της επιστολής. Η ανησυχία των ελληνικών αρχών, το έτος 1958, ειδικά για τη Βέροια και σε σχέση με τα ενδεχόμενα «αναζωπύρωσης» ή «πρόκλησης ταραχών» με επίκεντρο τους «ρουμανίζοντες» της πόλης, ίσως δείχνει δικαιολογημένη. Κι αυτό επειδή υπήρχαν στοιχεία που εκείνη την περίοδο συνηγορούσαν για μια τέτοια ανησυχία καθώς επί χρόνια η Βέροια θεωρούνταν επίκεντρο της ρουμάνικης προπαγάνδας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη μελέτη του Αστέριου Κουκούδη για τους Βεργιάνους Βλάχους με τίτλο «Η ένταξη των Βεργιανών Βλάχων στην Ελληνική πολιτεία: προκλήσεις, αποκλίσεις και επιπτώσεις, (1912-1940)» αναφέρεται ότι στις αρχές του 20ου αιώνα η Βέροια θεωρούταν «κέντρο διάδοσης της ρουμανικής γλώσσας και των ρουμανικών ιδεών όχι μόνο ανάμεσα στους Βλάχους της περιοχής, αλλά και στον ευρύτερο μακεδονικό χώρο». Ενδεικτικό παράδειγμα είναι και η έκθεση του Γενικού Επιθεωρητή της εκπαιδευτικής περιφέρειας Βέροιας για το έτος 1923, η οποία αναφέρει ότι εκείνη τη χρονιά, 270 βλαχόφωνα παιδιά φοιτούσαν στα ελληνικά δημοτικά σχολεία της Βέροιας και 600 παιδιά (το 69%) φοιτούσαν στα ρουμάνικα δημοτικά σχολεία της πόλης. Κλείνω την επισήμανση προσθέτοντας ότι εκείνη την περίοδο, το ρουμανικό κράτος συντηρούσε στη Βέροια, εξατάξιο δημοτικό σχολείο αρρένων, εξατάξιο δημοτικό σχολείο θηλέων και ένα νηπιαγωγείο, ενώ όσοι μαθητές και μαθήτριες αυτών των σχολείων επιθυμούσαν να συνεχίσουν με παραπέρα σπουδές, γίνονταν δεκτοί στο ρουμάνικο γυμνάσιο και στην εμπορική σχολή του, που λειτουργούσαν στη Θεσσαλονίκη. (6)
Η «ΑΠΟΡΡΗΤΗ» ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ
Αναλυτικά το κείμενο της επιστολής του υπουργού Βορείου Ελλάδος προς το υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας, που κοινοποιείται στο Νομάρχη Ημαθίας, στην ΚΥΠ και στο Κέντρο Αλλοδαπών της Θεσσαλονίκης, αναφέρει:
Υπουργείο Βορείου Ελλάδος
Διεύθυνση Πολιτικών Υποθέσεων
Θεσσαλονίκη, 17 Σεπτεμβρίου 1958
ΑΠΟΡΡΗΤΟΝ
Προς
Το επί των Εξωτερικών Β’ Υπουργείον
Α’ Πολιτικήν Δ/νσιν
«Κατά πληροφορίαν περιελθούσαν εις το Υπουργείον Β. Ελλάδος ο εν Αθήναις Πρέσβυς της Ρουμανίας κ. DRINCEANU πρόκειται να επισκεφθή προσεχώς την περιοχήν Βέρροιας, υπό το πρόσχημα να εξετάση τας δυνατότητας αγοράς νημάτων διά την βιομηχανίαν της χώρας του.
Φέροντες τούτο εις γνώσιν υμών, έχομεν την τιμήν να παρακαλέσωμεν υμάς όπως, ευαρεστούμενοι, αρνηθήτε, ει δυνατόν, την χορήγησιν της σχετικής αδείας, δεδομένου ότι έχομεν πάντα λόγον να πιστεύωμεν ότι η επίσκεψις αύτη είναι επίσκεψις προπαγάνδας και δώση αφορμήν αναταραχής των πνευμάτων εις του κύκλους των ρουμανιζόντων της περιοχής Βερροίας, οίτινες ουδ’ επί στιγμήν έπαυσαν να κινούνται.
Επί τη ευκαιρία της δεξιώσεως ην έδωσεν η Δ/νσις του Ρουμανικού περιπτέρου της Διεθνούς Εκθέσεως κατ’ αυτάς, είχομεν την ευκαιρίαν να διαπιστώσωμεν ότι εκλήθησαν και παρέστησαν εις αυτήν όλα τα ενταύθα στελέχη των ρουμανιζόντων, παρά το γεγονός ότι ταύτα διατείνονται ότι είναι αντικομουνισταί. Δεν αποκλείεται η εν Αθήναις Ρουμανική Πρεσβεία δια των επαφών τούτων να προσπαθήση να αναζωπυρώση την παλαιών ρουμανικήν προπαγάνδαν δια την οποία θα εύρη πάντοτε πρόθυμα όργανα».
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ Β. ΕΛΛΑΔΟΣ
Α. ΘΕΟΛΟΓΙΤΗΣ
Κοινοποιείται:
1) Κ.Υ.Π. Αθηνών
2) Κέντρον Αλλοδαπών Θεσσαλονίκης
3) κ. Νομάρχην Ημαθίας
ΔΕΝ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΘΗΚΕ Η’ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ ΠΟΤΕ
Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΡΟΥΜΑΝΟΥ ΠΡΕΣΒΗ ΣΤΗ ΒΕΡΟΙΑ
Την απόρρητη πληροφορία για τη σχεδιαζόμενη επίσκεψη στη Βέροια, του εν Αθήναις Πρέσβη της Ρουμανίας μάλλον δεν θα την επιβεβαιώσουμε. Αφενός επειδή από τα αρχεία δεν φαίνεται να έγινε μια τέτοια επίσκεψη αφετέρου επειδή δεν γνωρίζουμε εάν οι επισημάνσεις του υπουργού Βορείου Ελλάδος είχαν βάση, ελήφθησαν υπόψη από τις αρμόδιες αρχές και απέτρεψαν την επίσκεψη.
Ο Αύγουστος Θεολογίτης (1892-1975) ήταν από τη Θάσο. Υπήρξε διακεκριμένος και μάχιμος δημοσιογράφος της Θεσσαλονίκης καθώς και ιδιαίτερα δραστήριος πολιτικός. Υπηρέτησε ως νομάρχης Έβρου (1923), ως βουλευτής Δράμας και Καβάλας, ως υφυπουργός Γενικός Διοικητής Ηπείρου στην κυβέρνηση Παπαναστασίου (1932), ως υπουργός ΤΤΤ στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου (1944-1945), ως υπουργός Δημοσίας Τάξης στην κυβέρνηση του Σοφοκλή Βενιζέλου (1950-1951) και αργότερα ως υπουργός Βορείου Ελλάδος (στη Θεσσαλονίκη) στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου από τις 17 Μαΐου 1958 έως τις 20 Σεπτεμβρίου 1961.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1) Πληροφορίες από τη δημοσιογραφική έρευνα του Παύλου Μπακογιάννη στην εφημερίδα «Το Βήμα» με τίτλο «Οδηγός στα άδυτα των μυστικών υπηρεσιών» (Ιούνιος 1977).
2) Πληροφορίες από τα βιβλία του Κυριάκου Ποζρικίδη, «Ιστορίες της ΔΕΘ» και «75 χρόνια επί 15 ημέρες ΔΕΘ».
3) Πληροφορίες από τα βιβλία του Αστέριου Ι. Κουκούδη, «Οι Ολύμπιοι Βλάχοι και τα Βλαχομογλενά», «Οι Βεργιάνοι Βλάχοι και οι Αρβανιτόβλαχοι της Κεντρικής Μακεδονίας», «Οι Μητροπόλεις και η Διασπορά των Βλάχων», «Η Θεσσαλονίκη και οι Βλάχοι».
4) Πληροφορίες από την έρευνα του Ιωάννη Τσιαμήτρου, «Το βλάχικο ζήτημα σε χρονολογίες- Ρουμάνικη Προπαγάνδα, ‘Αρμάνικη Εθνογένεση’ κλπ».
5) Η επιστολή προέρχεται από το υλικό των Γενικών Αρχείων του Κράτους (ΓΑΚ) Ν. Ημαθίας και δόθηκε πρώτη φορά στη δημοσιότητα από τον Βεροιώτη ερευνητή- δημοσιογράφο, Αλέκο Χατζηκώστα (εφημ. «Η άλλη άποψη»)
6) Στοιχεία από την ομιλία του Αστέριου Ι. Κουκούδη με θέμα «Η ένταξη των Βεργιάνων Βλάχων στην Ελληνική Πολιτεία: προκλήσεις, αποκλίσεις και επιπτώσεις (1912-1940)» που πραγματοποιήθηκε στις 9 Μαΐου 2016 στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, στη Βέροια, με διοργανωτές τον Πολιτιστικό Όμιλο Ξηρολιβάδου και τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Βέροιας «Θεανώ Ζωγιοπούλου»