Γράφει ο
Θωμάς Γαβριηλίδης
1. Γέροντα γλύπτη, Λύσιππε,
από τη Σικυώνα,
2. καλά έκανες και έστησες του Σάμιου
Αισώπου
3. το άγαλμα μπροστύτερα απ’ των
επτά σοφών,
4. γιατί εκείνοι σύνδεσαν
τα αποφθέγματά τους
5. με την ανάγκη, ενώ αυτός είπε πολύ σπουδαία
6. με τους σοφούς τους μύθους του και τις πλαστές διηγήσεις
7. πείθοντας να ‘ναι συνετοί όσοι να λέει ακούν
8. πράγματα πολύ σοβαρά με παιχνιδιάρα χάρη.
9. Με αγριάδα συμβουλές να δίνονται δεν πρέπει.
10. Των μύθων η γλυκύτητα του Σάμιου Αισώπου
11. ωραίο είναι δόλωμα να πείθονται οι άνθρωποι.
ΕΙΣ ΕΙΚΟΝΑ ΑΙΣΩΠΟΥ (Ε.Α. XVI, 332)
1. Εύγε ποιών, Λύσιππε γέρων, Σικυώνιε πλάστα,
2. δείκελον Αισώπου στήσαο του Σαμίου
3. επτά σοφών έμπροσθεν, επεί εκείνοι μεν ανάγκην
4. έμβαλον, ου πειθώ, φθέγμασι τοις σφετέροις,
5. ος δε σοφοίς μύθοις και πλάσμασι καίρια λέξας,
6. παίζων εν σπουδή, πείθει εχεφρονέειν.
7. Φευκτόν δ’η τρηχεία παραίνεσις, η Σαμίου δε
8. το γλυκύ του μύθου καλόν έχει δέλεαρ.
ΛΥΣΙΠΠΟΣ
Ο Λύσιππος ο Σικυώνιος (390-330 π.Χ.) θεωρείται ως ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες αρχαίους γλύπτες, εφάμιλλος του Πραξιτέλη και του Φειδία. Υπήρξε ένας από τους επίσημους καλλιτέχνες της βασιλικής αυλής του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αρχαίες πηγές μνημονεύουν ότι από το πολυμελές εργαστήριό του είχαν παραχθεί χίλια πεντακόσια έργα (1.500), από τα οποία τα εξακόσια αποδίδονται στον ίδιο.
Από τα έργα του, από τα οποία τα περισσότερα ήταν μπρούτζινα, δεν διασώζεται (μάλλον) κανένα πρωτότυπο, παρά μόνο κάποια ρωμαϊκά αντίγραφά τους, όπως είναι ο Αποξυόμενος, (μουσείο Ρίο Clemenino Βατικανού), ο Καιρός (ευκαιρία) (μουσείο αρχ. τέχνης Turino). Στον «Καιρό» αναφέρεται επίγραμμα του αρχαίου επιγραμματοποιού Ποσείδιππου.
Ο Αγαθίας ο Σχολαστικός (6ος αι. μ.Χ.) φαίνεται ότι είχε υπόψη του πηγές από τις οποίες άντλησε την πληροφορία ότι το άγαλμα του Αισώπου ήταν της γεροντικής ηλικίας του γλύπτη Λύσιππου, ο οποίος έζησε μόνο εξήντα χρόνια, τώρα θα λέγαμε ότι πέθανε νέος…
ΑΙΣΩΠΟΣ
Ο μυθοποιός και μυθογράφος Αίσωπος είναι ένας από τους πιο γνωστούς παγκοσμίως αρχαίους Έλληνες δημιουργούς. Θεωρείται, δικαίως, πατέρας του λογοτεχνικού είδους που ονομάζεται παραβολή ή αλληγορία.
Γεννήθηκε γύρω στα 620 π.Χ. (τέλη έβδομου αιώνα) και πέθανε το 564 π.Χ. στους Δελφούς. Ήταν ταπεινής καταγωγής, ασχημότατος αλλά και εξυπνότατος.
Κατά πάσα πιθανότητα γεννήθηκε στη Φρυγία, αλλά πολλές χώρες και πόλεις υποστήριζαν ότι ήταν γέννημά τους, όπως π.χ. η Σάμος (άποψη που ασπάζεται ο Αγαθίας ο Σχολαστικός), η Θράκη, οι Σάρδεις της Λυδίας, η Αίγυπτος, η Αιθιοπία κ.ά.
Ήταν παιδί δούλων, και ο ίδιος υπήρξε δούλος του φιλόσοφου Ιάδμονα, ο οποίος θαυμάζοντας τα πνευματικά του χαρίσματα τον απελευθέρωσε.
Σύμφωνα με τον πατέρα της Ιστορίας, τον Ηρόδοτο (490-425 π.Χ.) ο Αίσωπος ήταν πολύ γνωστός «λογοποιός», ο οποίος, εκτός από τους μύθους, γνώριζε και διηγούνταν πολλά αστεία και ανέκδοτα, τα πλάσματα (πλαστές διηγήσεις) κατά τον Αγαθία τον Σχολαστικό.
«ΦΕΥΚΤΟΝ Δ’Η ΤΡΗΧΕΙΑ ΠΑΡΑΙΝΕΣΙΣ»
«Με αγριάδα συμβουλές να δίνονται δεν πρέπει»
Αδράχνοντας την ευκαιρία, που του έδινε μια παράδοση που έλεγε ότι ο γλύπτης Λύσιππος είχε τοποθετήσει το άγαλμα του Αισώπου μπροστά από τα αγάλματα των επτά σοφών της αρχαίας Ελλάδας, ο Αγαθίας ο Σχολαστικός επαινεί τον περίφημο γλύπτη για την κρίση του και λέει ότι ο Αίσωπος είναι ανώτερος από τους επτά σοφούς (Κλεόβουλο τον Ρόδιο, Χίλωνα τον Λακεδαιμόνιο, Περίανδρο τον Κορίνθιο, Πιττακό το Μυτιληναίο, Σόλωνα τον Αθηναίο, Βίαντα του Πριηνέα και Θαλή το Μιλήσιο) επειδή εκείνοι είχαν συνδέσει τα αποφθέγματά τους με την ανάγκη, δηλαδή την αναγκαστική επιβολή (να ακολουθείς το μέτρο, να αποφεύγεις τις υπερβολές, να γνωρίσεις τον εαυτό σου κ.λπ. γιατί αν δεν κάνεις αυτά που σε συμβουλεύουμε, δεν θα ακολουθήσεις το σωστό δρόμο στη ζωή σου…) ενώ ο Αίσωπος χρησιμοποιώντας τους σοφούς μύθους του και τις διηγήσεις, που έπλαθε με το μυαλό του, περνούσε τα μηνύματά του με τρόπο ευχάριστο πείθοντας τους ακροατές του να είναι συνετοί.
Κι έτσι χάρη στο παράδειγμα του σοφού μυθοπλάστη Αισώπου ο Αγαθίας ο Σχολαστικός φτάνει στη διατύπωση μιας πολύ σπουδαίας εκπαιδευτικής αρχής: «Φευκτόν δ’η τρηχεία παραίνεσις», (πρέπει να αποφεύγεται η διδασκαλία που γίνεται με τραχύ τρόπο, με ύφος άγριο και με φοβέρες).
ΑΙΣΩΠΟΣ (6ος αι. π.Χ.) ΚΑΙ ΣΩΚΡΑΤΗΣ (5ος αι. π.Χ.)
Αδιάψευστη μαρτυρία της μεγάλης δημοτικότητας των αισώπιων μύθων στην αρχαία Ελλάδα νομίζω πως αποτελεί το γεγονός ότι ο κορυφαίος των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, ο Σωκράτης (469-399 π.Χ.) τους είχε καταγεγραμμένους στη μνήμη του, σύμφωνα με το μαθητή του και μέγα επίσης φιλόσοφο, τον Πλάτωνα, ο οποίος γράφει τα εξής σχετικά στο σύγγραμμά του «Φαίδων» (κεφ. 60-61): Όταν βρισκόταν ο Σωκράτης στη φυλακή (399 π.Χ.) των Αθηνών και περίμενε τη μέρα της εκτέλεσής του, ρωτήθηκε από κάποιον μαθητή του πώς του ήρθε και μετέτρεψε σε στίχους μύθους του Αισώπου, οι οποίοι ήταν φτιαγμένοι σε πεζό λόγο. Ο Σωκράτης απάντησε ότι αυτό έγινε, επειδή σε όνειρο που έβλεπε συχνά στο παρελθόν ο θεός του έλεγε «Ω Σώκρατες, μουσικήν ποίει και εργάζου». Και όσο βρισκόταν στη φυλακή, αλλά και πριν, επειδή θεωρούσε τη φιλοσοφία ως την κατεξοχήν μουσική, φιλοσοφούσε. Από τότε όμως που έβλεπε ότι η ώρα του θανάτου του πλησίαζε, για να είναι σίγουρος ότι κάνει το θέλημα του θεού, σκέφτηκε να ασχοληθεί και με ό,τι ο λαός εννοεί, όταν γίνεται λόγος για μουσική, δηλαδή με τη σύνθεση ποιημάτων-τραγουδιών.
Αλλά, επειδή σκέφτηκε επίσης ότι εκείνος που θέλει να είναι ποιητής πρέπει να δουλεύει πάνω σε μύθους και όχι σε λογικούς στοχασμούς, και επειδή, όπως λέει, ο ίδιος δεν ήταν δυνατός στη μυθολογία, πήρε όσους μύθους του Αισώπου είχε πρόχειρους στη μνήμη του και τους έβαλε σε στίχους ρυθμικούς: «διά ταύτα δη ους προχείρους είχον μύθους, και επιστάμην τους Αισώπου, τούτους εποίησα οις πρώτοις ενέτυχον».