Του ιερέως
Παναγιώτου Σ. Χαλκιά
Κάπου, ανάμεσα στις ανησυχητικές ειδήσεις για την πανδημία και τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, φίλοι αναγνώστες, η κοινή γνώμη παρακολουθεί έκπληκτη τον ανταγωνισμό μερικών από τους γνωστούς δισεκατομμυριούχους του πλανήτη για τη διεκδίκηση μιας θέσης στο… Διάστημα. Στην πραγματικότητα, δεν μπορεί παρά να μείνει έκπληκτος, αν όχι και να αγανακτήσει, διαβάζοντας για τα αμύθητα ποσά που είναι διατεθειμένοι να ξοδέψουν οι έχοντες, απλώς και μόνο για να μπορούν να λένε ότι βρέθηκαν στα όρια του Διαστήματος για τρία ή τέσσερα λεπτά. Και αυτό τη στιγμή που το ήμισυ του ποσού που πληρώθηκε για το «πρώτο» ταξίδι στο Διάστημα, θα αρκούσε για να λυθεί το πρόβλημα της ελλιπούς πρόσβασης του μεγαλύτερου μέρους του παγκόσμιου πληθυσμού στον εμβολιασμό για την πανδημία, ή να αντιμετωπισθεί δραστικά το παγκόσμιο επισιτιστικό πρόβλημα.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, περίπου εννέα εκατομμύρια το χρόνο, δηλαδή δεκατέσσερις χιλιάδες την ημέρα, πεθαίνουν σε όλο τον κόσμο από την πείνα ή από ασθένειες που σχετίζονται με την πείνα! Και όμως, αυτά τα προβλήματα δε φαίνεται να συγκινούν ανθρώπους που είναι περισσότεροι από πρόθυμοι να ξοδέψουν δισεκατομμύρια απλώς και μόνο για να μπορούν να πουν ότι είχαν και αυτή την εμπειρία πλάι στις άλλες, να βρεθούν λίγα δευτερόλεπτα ή έστω λεπτά, στο Διάστημα. Ο Μπομ Σμιθ, διευθυντής της Blue Origin, της εταιρίας που βρίσκεται πίσω από την πρώτη επανδρωμένη «τουριστική» πτήση στο Διάστημα, διαβεβαίωσε: «…Είχαμε 7.500 υποψήφιους σε περισσότερες από 150 χώρες. Υπήρξε, προφανώς, μεγάλο ενδιαφέρον».
Η εποχή μας έχει απενοχοποιήσει την αλαζονεία του πλούτου, η οποία καθαγιάζεται ως απαραίτητο θεμέλιο της πολυπόθητης «ανάπτυξης». Πέρα, όμως, από την ανάπτυξη των οικονομικών μεγεθών, δεν θα ήταν άραγε καλό να μπορούσαμε να μιλήσουμε και για την ανάπτυξη της ανθρωπιάς, της αλληλεγγύης, της κατανόησης.
«Ο κορωνοϊός δεν κάνει διακρίσεις», συνηθίσαμε να λέμε. Και αυτό είναι μεν αλήθεια, αλλά δεν πρέπει να μας εμποδίζει να δούμε μια άλλη αλήθεια, εξίσου μεγάλη, ότι, παρόλα αυτά, οι διακρίσεις στην κοινωνία μας σημαίνουν ότι δε διατρέχουν όλοι οι άνθρωποι τον ίδιο κίνδυνο έκθεσης στον ιό και κακής έκβασης της νόσου. Τα στοιχεία που έφερε στο φως έρευνα της οργάνωσης Health Foundation στη Μεγάλη Βρετανία, που κράτησε εννέα μήνες, είναι συγκλονιστικά.
Όπως λοιπόν, προκύπτει από την εν λόγω έρευνα, οι πιθανότητες θανάτου από κορωνοϊό ήταν σχεδόν τετραπλάσιες (για την ακρίβεια 3,7 φορές περισσότερες) για άτομα παραγωγικής ηλικίας (δηλαδή κάτω των 65) στις φτωχότερες περιοχές της Αγγλίας, σε σχέση με άτομα που ζούσαν στις πλουσιότερες περιοχές. Η «ψαλίδα» είναι πολύ μεγάλη για να κάνει κανείς ότι δεν την βλέπει η να την αποδώσει σε συμπτώσεις. Το διαφορετικό περιβάλλον εργασίας, οι διαφορετικές συνθήκες μετακίνησης αλλά και διαβίωσης στο σπίτι, καθώς και οι ανισότητες στην πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, είναι μερικοί από τους λόγους που εξηγούν την τόσο μεγάλη απόκλιση.
Για να καταλάβουμε το μέγεθος του προβλήματος, αρκεί να αναλογιστούμε τα εξής: έχουμε συνηθίσει να κάνουμε λόγο για «υποκείμενα νοσήματα», που αυξάνουν τον κίνδυνο κακής έκβασης της νόσου. Και πράγματι, η συγκεκριμένη έρευνα στη Μεγάλη Βρετανία επιβεβαίωσε ότι οι ενήλικοι που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη έχουν 1,35-1,85 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα θανάτου αν προσβληθούν από κορωνοϊό. Αξίζει, όμως, να προσέξουμε αυτά τα νούμερα: 1,35-1,85 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα θανάτου που έχουν άνθρωποι οι οποίοι ανήκουν στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα!
Το συμπέρασμα είναι αναπόφευκτο: η φτώχεια, η ένδεια και η ανισότητα θα άξιζε να λογίζονται και αυτές ως «υποκείμενα νοσήματα» της κοινωνίας μας, που οι επιπτώσεις τους και στην περίπτωση της πανδημίας αποδεικνύονται οδυνηρές. Η αντιμετώπισή τους δε θα εξασφάλιζε μόνο ένα υψηλότερο επίπεδο δημόσιας υγείας. Ο εκ των διευθυντών του ιδρύματος που διεξήγαγε την έρευνα, Τζο Μπίμπι, τόνισε, φίλοι αναγνώστες, χαρακτηριστικά: «Ίσως να αναγκαστούμε να μάθουμε να ζούμε με την Covid-19, δεν είμαστε, όμως, αναγκασμένοι να ζήσουμε και με τις άνισες επιπτώσεις της».