Ομιλία εκφώνησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων στο Πανελλήνιο Ιερό Προσκύνημα της Παναγίας Σουμελά στο όρος Βέρμιο την Κυριακή 22 Μαΐου στο μνημόσυνο για τα θύματα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού.
Ὁ οἰκουμενικός Ἑλληνισμός τιμᾶ φέτος δύο θλιβερές ἐπετείους. Τιμᾶ τά 200 χρόνια ἀπό τό ὁλοκαύτωμα τῆς Ναούσης, τό ὁποῖο σηματοδότησε τήν ἀτυχῆ καί αἱματηρή κατάληξη τῆς ἐπαναστάσεως τῆς Μακεδονίας γιά τήν ἀπελευθέρωσή της ἀπό τόν τουρκικό ζυγό.
Τιμᾶ ὅμως καί τήν ἑκατοστή ἐπέτειο τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς, τοῦ τελευταίου ἐπεισοδίου τῆς δραματικῆς ἱστορίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς, πού ἐξελίχθηκε προοδευτικά ἐπί πολλούς αἰῶνες, καί στή συνέχεια βίαια καί ἀπάνθρωπα μέχρι νά καταλήξει στόν ξεριζωμό τῶν Ἑλλήνων ἀπό τίς πατρογονικές ἑστίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τῆς Καππαδοκίας καί τοῦ Πόντου καί οὐσιαστικά στή Γενοκτονία τῶν Ποντίων ἀλλά καί ὁλόκληρου τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς.
Στό πλαίσιο αὐτό τιμοῦμε καί ἐμεῖς σήμερα, ἐδῶ στό κέντρο τοῦ ἁπανταχοῦ τῆς γῆς Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ, τήν 103η ἐπέτειο τῆς Γενοκτονίας, καί μνημονεύουμε καί θυμόμαστε τίς 353.000 θύματά της. Γιατί δέν εἶναι δυνατόν νά τούς ξεχάσουμε, ὅπως δέν εἶναι δυνατόν νά ξεχνοῦμε ὅτι ἡ Γενοκτονία δέν εἶναι ἕνα στιγμιαῖο ἔγκλημα. Δέν εἶναι κάτι τό ὁποῖο συνέβη κάποτε, ὑπό εἰδικές συνθῆκες. Ἡ Γενοκτονία εἶναι ἕνα διαρκές καί μαζικό ἔγκλημα πού σχεδιάζεται καί ὑλοποιεῖται σέ διάφορα στάδια καί μέ διαφόρους τρόπους. Εἶναι μία συστηματική ἐξόντωση ἑνός λαοῦ ἤ μιᾶς ὁμάδος του σέ ἕναν συγκεκριμένο τόπο, ἡ ὁποία πραγματοποιεῖται μέ βίαια κυρίως μέσα, στά ὁποῖα συμπεριλαμβάνονται ὅλες οἱ ἀπαγορεύσεις πού ἐπέβαλαν οἱ Τοῦρκοι στόν Ἑλληνισμό, μεταξύ αὐτῶν καί οἱ ἀπαγορεύσεις ἐπί θρησκευτικῶν, γλωσσικῶν, ἱστορικῶν καί ἄλλων παραδόσεων, προκειμένου νά ἐπέλθει ἡ ἀλλοίωση τῆς ταυτότητός του καί προοδευτικά κάθε ἐθνικοῦ καί φυλετικοῦ γνωρίσματός του.
Στήν περίπτωση τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ ὁ ὅρος Γενοκτονία ἀναφέρεται κυρίως στά βίαια, μαζικά καί φοβερά γεγονότα τῆς δεύτερης καί τῶν ἀρχῶν τῆς τρίτης δεκαετίας τοῦ 20ου αἰῶνος, τά ὁποῖα συνέβησαν στήν καταρρέουσα τότε ὀθωμανική αὐτοκρατορία. Εἶχε ὅμως ξεκινήσει πρίν ἀπό πολλούς αἰῶνες.
Ὁ Ἑλληνισμός τοῦ Πόντου, ὅπως βέβαια καί ὁ Ἑλληνισμός στή Μικρά Ἀσία, τήν Καππαδοκία ἀλλά καί τήν Κωνσταντινούπολη, ἔζησε κατά τή διάρκεια ὅλων αὐτῶν τῶν αἰώνων τῆς σκλαβιᾶς καί τῆς ὑποδουλώσεως καί κάποιες περιόδους σχετικῆς ἐλευθερίας. Καί σέ αὐτές τίς σύντομες περιόδους ἀπέδειξε τή ζωτικότητά του.
Τό 1865 οἱ Ἕλληνες τοῦ Πόντου ἦταν περίπου 265 χιλιάδες, τό 1880 ὁ ἀριθμός τους ἀνερχόταν σέ 330 χιλιάδες, ἐνῶ στίς ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνος εἶχε φθάσει ἤδη στίς περίπου 700 χιλιάδες, εἶχε δηλαδή διπλασιασθεῖ.
Ἀντίστοιχα, ἐνῶ τό 1860 ὑπῆρχαν μόνο 100 σχολεῖα σέ ὁλόκληρο τόν Πόντο, τό 1919 ὁ ἀριθμός τους ἔφθανε τά 1400, μεταξύ τῶν ὁποίων ἦταν μάλιστα καί τά φημισμένα Φροντιστήρια τῆς Τραπεζοῦντος καί τῆς Ἀργυρουπόλεως. Ἡ ἐκπαίδευση καί ὁ ἑλληνικός πολιτισμός ὑποστηριζόταν καί ἀπό τά τυπογραφεῖα πού διέθεταν οἱ Ἕλληνες τοῦ Πόντου, καθώς καί τά περιοδικά καί τίς ἐφημερίδες πού ἐξέδιδαν, ἐνῶ τά θέατρα συμπλήρωναν τήν πολιτιστική τους ζωή.
Ἡ περίοδος ὅμως τῆς εὐημερίας τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ εἶχε δυστυχῶς ἕνα τραγικό τέλος. Ὡς ἀφετηρία τοῦ τέλους θεωρεῖται τό κίνημα τῶν Νεοτούρκων πού ἐπικράτησαν τό 1908 καί παραμέρισαν προοδευτικά τόν σουλτάνο.
Παρότι ἡ καθεστωτική ἀλλαγή δημιούργησε στήν ἀρχή ἐλπίδες στόν Ἑλληνισμό καί πολλοί πίστευσαν ὅτι θά ὁδηγήσει σέ μεταρρυθμίσεις μέσα στό ἐσωτερικό τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας πρός ὄφελος τῶν διαφόρων ἐθνοτήτων καί θρησκειῶν, οἱ ἐλπίδες του γρήγορα διαψεύστηκαν. Οἱ Νεότουρκοι ἀποδείχθηκαν σύντομα περισσότερο ἐθνικιστές καί περισσότερο σκληροί. Ἐπεδίωξαν ἄμεσα τόν ἐκτουρκισμό τῆς αὐτοκρατορίας, θέτοντας σέ ἐφαρμογή ἕνα σχέδιο σκληρῶν διωγμῶν καί ἀφανισμοῦ τῶν χριστιανικῶν πληθυσμῶν.
Πρώτη δράση αὐτοῦ τοῦ σχεδίου ἦταν ὁ ἐκτοπισμός μεγάλου μέρους τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ ἀπό τίς ἑστίες του στήν ἐνδοχώρα. Ὁ ἐκτοπισμός ὅμως τῶν Ἑλλήνων συνδυαζόταν μέ καταναγκαστική ἐργασία σέ λατομεῖα, ὀρυχεῖα καί ἔργα ὑποδομῆς, καί μάλιστα κάτω ἀπό ἀπάνθρωπες καί ἀπαράδεκτες συνθῆκες. Καί ὁ στόχος τῆς ἐνεργείας αὐτῆς ἦταν ἐμφανής.
Οἱ Ἕλληνες τοῦ Πόντου δέν εἶχαν καμία ἐξοικείωση μέ τέτοιου εἴδους ἐργασίες. Καθώς ὅμως ἦταν ὑποχρεωμένοι νά τίς ἐκτελοῦν ὑπομένοντας ἐκ παραλλήλου καί τή βάναυση συμπεριφορά τῶν ἐπικεφαλῆς Τούρκων, σέ συνδυασμό μέ τό κρύο, τήν πεῖνα καί τίς ἀρρώστιες πού εἶχαν νά ἀντιμετωπίσουν, συχνά ἐξαντλοῦντο καί πέθαιναν.
Παράλληλα στίς πόλεις καί τά χωριά τους ἐκτελεῖτο ἕνα παράλληλο καί φοβερό πρόγραμμα δολοφονιῶν καί ἐμπρησμῶν, πού ἀπέβλεπε ἀφενός στήν ἐξόντωση τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου καί ἀφετέρου στήν ἐξαφάνιση κάθε ἴχνους τοῦ Ἑλληνισμοῦ, μέ σκοπό νά ἐξαλείψουν ὄχι μόνο τούς ἀνθρώπους ἀλλά κατά τό δυνατόν καί τή μνήμη τους ἀπό τόν τόπο.
Οἱ προθέσεις καί οἱ στόχοι τῶν Νεοτούρκων μέ ἐπικεφαλῆς τόν Μουσταφᾶ Κεμάλ, ὁ ὁποῖος ἀποβιβάσθηκε τόν Μάιο τοῦ 1919 στήν Κερασούντα, φαίνονται καθαρά στή διαβεβαίωση τοῦ ἀντιπροσώπου του στόν Πόντο, τοῦ αἱμοσταγοῦς Τοπάλ Ὀσμάν, ἡ ὁποία παραδίδεται: «Μήν ἀνησυχεῖτε καθόλου, στρατηγέ μου», φέρεται νά εἶπε στόν Κεμάλ. «Ὅλους αὐτούς τούς Πόντιους Ρωμιούς θά τούς περιποιηθῶ. Θά πνιγοῦν ὅλοι τους μέσα στίς σπηλιές».
Στά ἐγκλήματα τοῦ Τοπάλ Ὀσμάν ἀναφέρεται ὁ Γάλλος Ὕπατος Ἁρμοστής στήν Κωνσταντινούπολη Πελλέ, γράφοντας στίς 28 Νοεμβρίου τοῦ 1921 στόν πρωθυπουργό τῆς Γαλλίας Ἀριστίντ Μπριάν.
«Οἱ Τοῦρκοι ἄρχισαν νά καταπιέζουν τούς χριστιανούς τῆς Σαμψούντας καί ἰδίως τά ἑλληνικά χωριά τῆς περιφερείας. Οἱ ἀντάρτες καί οἱ Τοῦρκοι χωρικοί, ὅλοι ἐξοπλισμένοι μέχρι τά δόντια, ὄργανα τῆς κυβερνήσεως ἀπό πολύ καιρό, ἄρχισαν νά λεηλατοῦν καί νά καταπιέζουν τούς χριστιανούς τῆς Σαμψοῦντος καί ἰδίως αὐτούς τῶν χωριῶν. Οἱ πιό πολλοί ἀπό τούς χωρικούς σφάχτηκαν ἄγρια. Οἱ ἔνοπλοι ἀντάρτες τοῦ Τοπάλ Ὀσμάν διέπρατταν μέρα μέ τή μέρα δολοφονίες δυστυχισμένων χωρικῶν, ὄχι γιά τίποτε ἄλλο παρά μόνο γιά νά ἱκανοποιήσουν τά ζωώδη ἔνστικτά τους. Μέ ἀνάλογο τρόπο φερόταν καί στίς γυναῖκες», γράφει ὁ Γάλλος διπλωμάτης.
Οἱ Ἕλληνες τοῦ Πόντου δέν παρέμειναν ὅμως ἀδρανεῖς. Ἐγκατέλειψαν τίς πόλεις, κατέφυγαν στά βουνά καί ἄρχισαν νά ὀργανώνουν ἔνοπλα σώματα ἐναντίον τῶν Νεοτούρκων. Ἄν δέν ὑπῆρχε αὐτή ἡ ἔνοπλη ἀντίσταση στόν Πόντο, ὁ ἀριθμός τῶν θυμάτων θά ἦταν ἀκόμη μεγαλύτερος, ὑπολογίζουν οἱ μελετητές.
Οἱ διαπραγματεύσεις πού ἐπιχείρησαν νά διεξαγάγουν οἱ Ἕλληνες μέ τούς Τούρκους γιά τή δημιουργία ἑνός Πόντου αὐτόνομου, ὁ ὁποῖος θά ἐξασφάλιζε ἴσα δικαιώματα καί στούς Ἕλληνες καί στούς Τούρκους, παρά τίς προσπάθειες τοῦ Μητροπολίτου Τραπεζοῦντος Χρυσάνθου κατά τή συνάντησή του μέ τούς ἐκπροσώπους τοῦ Κεμάλ, ἀπέτυχαν, γιατί φυσικά οἱ Τοῦρκοι εἶχαν, ὅπως ἀποδείχθηκε, διαφορετικά σχέδια. Ἤθελαν νά δημιουργήσουν ἕνα τουρκικό κράτος, στό ὁποῖο θά ἦταν ὅλοι Τοῦρκοι καί δέν θά ὑπῆρχαν διαφορετικές ἐθνότητες καί θρησκεῖες.
Καί τό ἐπέτυχαν οἱ Τοῦρκοι ἀρχικά μέ τή συστηματική ἐξόντωση τῶν Ἑλλήνων, ἰδιαιτέρως κατά τή διετία 1920-1922, καί στή συνέχεια μέ τόν ξεριζωμό τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπό τόν Πόντο καί τή Μικρά Ἀσία, τόν ὁποῖο ἐπέβαλε ἡ Συνθήκη τῆς Λωζάνης.
Ὁ Ποντιακός Ἑλληνισμός, πού εἶχε ἀντέξει ἀναρίθμητες δυσκολίες γιά αἰῶνες καί εἶχε κατορθώσει νά φθάσει στίς τελευταῖες δεκαετίες καί πάλι σέ ἐντυπωσιακή ἀνάπτυξη καί ἀκμή, ἀξιοποιώντας τά μεταλλεῖα καί τίς δυνατότητες πού προσέφερε τό ἐμπόριο καί οἱ ἀνταλλαγές μέ τίς περιοχές τῆς Κριμαίας, ὁ Ποντιακός Ἑλληνισμός πού χάρη στήν οἰκονομική του ἄνθηση εἶχε κατορθώσει νά εὐημερεῖ καί νά παρουσιάζει καί δημοσιονομική ἄνοδο, ἀναγκάσθηκε νά ἐγκαταλείψει κάτω ἀπό τίς πιό τραγικές συνθῆκες γιά πάντα τόν τόπο του. Νά ἐγκαταλείψει τή γῆ τῶν πατέρων του καί νά πάρει τόν δρόμο τῆς προσφυγιᾶς, ἔχοντας μαζί του ἐλάχιστα ροῦχα μαζί μέ τίς εἰκόνες τῶν Ἁγίων.
Ἄν κάτι τούς κρατοῦσε ὄρθιους καί τούς ἔδινε τή δύναμη νά συνεχίσουν τόν δρόμο τους μέχρι τήν Ἑλλάδα ἦταν οἱ μνῆμες ἀπό τούς προγόνους τους, πού ἤθελαν νά τίς διατηρήσουν ἀναλλοίωτες, ἀγωνιζόμενοι νά στήσουν μία καινούργια ζωή στή νέα πατρίδα.
Πόσοι ἦταν συνολικά οἱ Ἕλληνες τοῦ Πόντου πού ἐκτοπίσθηκαν καί πόσοι αὐτοί πού ἔπεσαν θύματα μιᾶς φοβερῆς καί ἀπάνθρωπης γενοκτονίας εἶναι ἄγνωστο. Τά Ποντιακά σωματεῖα ὑπολογίζουν ὅτι οἱ Πόντιοι πού ἐγκαταστάθηκαν στήν Ἑλλάδα ἦταν περίπου 400.000, ἐνῶ σέ 353.000 ὑπολογίζονται τά θύματα τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀριθμό τόν ὁποῖο δέν θέλουν νά παραδεχθοῦν ἐπ᾽ οὐδενί οἱ ὑπαίτιοι. Καί δέν ἀφισβητοῦν μόνο τόν ἀριθμό τῶν θυμάτων. Ἀμφισβητοῦν καί τό ἴδιο τό γεγονός, καί προβάλλουν τούς ἑαυτούς τους ὡς θύματα.
Ἡ ἄρνησή τους νά παραδεχθοῦν τή Γενοκτονία τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου δέν εἶναι τυχαία. Καί ὁ λόγος εἶναι προφανής, διότι παρά τή μεγάλη προσπάθεια πού κατέβαλαν οἱ Τοῦρκοι γιά νά ἐκδιώξουν τούς Ἕλληνες ἀπό τίς πατρογονικές τους ἑστίες καί νά ἀπαλείψουν τά ἴχνη τους ἀπό τή γῆ στήν ὁποία ἐπί αἰῶνες κατοικοῦσαν, δέν ἐπέτυχαν ἀπολύτως τόν σκοπό τους.
Ὁ Ἑλληνισμός τοῦ Πόντου, εἴτε ἐγκαταστάθηκε στήν Ἑλλάδα εἴτε σέ ὅποιο ἄλλο σημεῖο τῆς οἰκουμένης, ἀγωνίσθηκε μέ δύο στόχους.
Ὁ πρῶτος στόχος ἦταν νά μήν ξεχάσει τήν καταγωγή του, τήν ἱστορία του, τόν πολιτισμό του, τή γλώσσα του, τά ἤθη καί τά ἔθιμα τῶν πατέρων του, τήν πίστη καί τήν εὐλάβεια τῶν προγόνων του στήν Παναγία τή Σουμελᾶ. Μέ κόπους καί ἀγῶνες οἱ Πόντιοι πού ἔφθασαν στήν Ἑλλάδα προσπάθησαν νά ἀνιδρύσουν τό νέο της κατοικητήριο στό ὄρος Βέρμιο, νά στήσουν ἐδῶ τό νέο μοναστήρι της καί νά τό καταστήσουν κέντρο τοῦ ὅπου γῆς Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἐδῶ βρίσκεται ἡ ἱστορική καί θαυματουργός εἰκόνα τῆς μητέρας τους, τῆς Παναγίας Σουμελᾶ, ἀπό τήν ὁποία ἀντλοῦν δύναμη γιά νά συνεχίσουν τή ζωή του. Ἐδῶ κτυπᾶ ἡ καρδιά τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ καί ὁ κτύπος της μεταδίδεται στίς νεώτερες γενιές μέ τήν ποντιακή λύρα, μέ τήν ἱστορία καί τίς παραδόσεις τῶν πατέρων τους. Ἐδῶ μεταλαμπαδεύεται ἡ ἀγάπη στίς προγονικές πατρίδες, πού μπορεῖ νά χάθηκαν, ἀλλά δέν εἶναι δυνατόν νά λησμονηθοῦν, καί ἀκόμη ἡ πίστη ὅτι χάνεται πραγματικά αὐτό πού λησμονιέται.
Ὁ δεύτερος στόχος τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ εἶναι ὁ ἀγώνας του γιά τήν ἀναγνώριση τῶν δικαίων του, γιά τήν ἀναγνώριση τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τῆς ἀδικίας πού ἔγινε εἰς βάρος του, ὥστε νά μήν συμβεῖ κάτι παρόμοιο ποτέ σέ ἄλλο λαό, ἀλλά καί γιά νά σταματήσει ὁριστικά ἡ συνεχιζόμενη Γενοκτονία.
Γιατί, δυστυχῶς, ἡ Γενοκτονία τοῦ Ποντιακοῦ Ἑλληνισμοῦ δέν σταμάτησε μέ τόν βάναυσο ξεριζωμό τῶν Ἑλλήνων ἀπό τόν Πόντο, καθώς, ὅπως εἴπαμε, γενοκτονία δέν εἶναι μόνο ἡ ἐξόντωση τῶν ἀνθρώπων καί ἡ προσπάθεια γιά ὁλοσχερῆ ἐξάλειψη τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς ἱστορίας τους ἀπό ἕναν τόπο. Καί αὐτή συνεχίζεται μέχρι τίς ἡμέρες, συγκεκαλυμένα καί ὕπουλα, ἀλλά μέ τήν ἴδια βιαιότητα. Μπορεῖ νά μήν θρηνοῦμε ἀνθρώπινα θύματα, ἀλλά θρηνοῦμε μνημεῖα πολιτισμοῦ, τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς πίστεως τῶν πατέρων μας, τῶν ὁποίων μέ βάναυσο τρόπο ἀλλοιώνεται ὁ χαρακτήρας καί ἀπαλείφεται ἡ ταυτότητά τους.
Τό παρακολουθοῦμε τά τελευταῖα χρόνια νά συμβαίνει στή γειτονική μας χώρα. Καί δέν ἀναφέρομαι σέ ἐρειπωμένα μνημεῖα καί μεμονωμένα ἱστορικά τεκμήρια πού ἐγκαταλείπονται στήν τύχη τους, δηλαδή στήν καταστροφή καί στήν ἐξαφάνιση, ἀλλά καί σέ σημαντικά μνημεῖα, τά ὁποῖα τίς προηγούμενες δεκαετίες συντηρήθηκαν καί ἀνακαινίσθηκαν μέ τή συμμετοχή διαφόρων Ἀρχαιολογικῶν σχολῶν, καί λειτουργοῦσαν ὡς μουσεῖα, τά ὁποῖα ἀπετέλεσαν πόλο ἕλξεως γιά χιλιάδες Ἕλληνες καί ξένους ἐπισκέπτες.
Ἡ ἀρχή δυστυχῶς ἔγινε ἀπό τόν ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας τῆς Τραπεζοῦντος, ἕνα θαυμάσιο δεῖγμα βυζαντινῆς ἀρχιτεκτονικῆς τοῦ 13ου αἰῶνος, μέ τοιχογραφίες ἐξαίρετης τέχνης πού ἀποκαλύφθηκαν κατά τήν ἀποκατάσταση τοῦ μνημείου ἀπό ἀρχαιολόγους τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Ἐδιμβούργου. Ὁ ναός, μετά τήν ἀποκατάστασή του τό 1964, λειτουργοῦσε ὡς μουσεῖο. Τό 2013 μετατράπηκε καί πάλι σέ μουσουλμανικό τέμενος καί μεγάλο μέρος τῶν τοιχογραφιῶν καλύφθηκε μέ κουρτίνες, χωρίς φυσικά νά ληφθεῖ πρόνοια, ὥστε νά μήν καταστρέφεται τό μνημεῖο ἐξαιτίας τῆς νέας του χρήσεως.
Τή μετατροπή τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας Τραπεζοῦντος ἐκ νέου σέ τζαμί ἀκολούθησε τά δύο τελευταῖα χρόνια, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, ἡ μετατροπή σέ μουσουλμανικό τέμενος τόσο τῆς Ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως ὅσο καί τῆς περίφημης Μονῆς τῆς Χώρας, παρά τίς πολλές ἀντιδράσεις πού ὑπῆρξαν καί ἀπό τή διεθνῆ κοινότητα, μέ τίς θλιβερές συνέπειες πού βλέπουμε τό τελευταῖο διάστημα.
Καί βέβαια δέν μποροῦμε νά μήν ἀναφερθοῦμε καί στή βεβήλωση τοῦ ἱεροῦ χώρου τῆς Μονῆς τῆς Παναγίας Σουμελᾶ τοῦ Πόντου, ἡ ὁποία συνέβη πρίν ἀπό λίγους μῆνες, μέ τήν παραχώρησή του σέ πολυπληθῆ ὁμάδα μουσικῶν καί ἄλλων γιά νά τόν χρησιμοποιήσουν ὡς σκηνικό γιά ἕνα μουσικό καί χορευτικό δρώμενο, ξένο πρός τόν χαρακτήρα καί τήν ἱστορία τοῦ μνημείου, τό ὁποῖο βεβήλωνε προκλητικά ἕναν χῶρο λατρείας καί πολιτισμοῦ, σεβαστό ἀπό τήν ἵδρυσή του μέχρι σήμερα τόσο ἀπό τούς χριστιανούς ὅσο καί ἀπό τούς μουσουλμάνους.
Ἡ συνεχιζόμενη αὐτή πολιτιστική γενοκτονία θά πρέπει νά συσπειρώσει τόν Ποντιακό Ἑλληνισμό ἀκόμη περισσότερο καί νά διατηρήσει ὅλους τούς Ποντίους, μαζί καί μέ ὅλους τούς ἄλλους Ἕλληνες ἑνωμένους, στόν κοινό ἀγώνα γιά νά διεκδικήσουν τά δίκαιά τους, γιά νά τήν ἀναγνώριση τῆς Γενοκτονίας τῶν Ποντίων ἀπό ὅλο τόν κόσμο, ἀλλά καί τήν ἄμεση παύση τῆς πολιτιστικῆς γενοκτονίας.
Ὁ Ποντιακός Ἑλληνισμός ἔχει μέσα στήν ψυχή του, ἔχει μέσα στό DNA του τήν ἱστορία καί τόν πολιτισμό του, καί ἔχει φύλακα καί προστάτιδά του τήν Παναγία τή Σουμελιώτισσα. Καί ἄν ἀγωνίζεται ἑνωμένος ὑπό τή σκέπη τῆς Παναγίας γιά τή διεκδίκηση τῶν δικαίων του, εἶναι βέβαιο ὅτι δέν θά ἀποτύχει, ἀλλά θά κατορθώσει νά ἀναγνωρισθεῖ ἡ μεγάλη ἀδικία πού ἔγινε εἰς βάρος του καί θά δικαιωθεῖ.