Συγκλονιστικά στοιχεία που δείχνουν ότι ο θάνατος της 9χρονης Τζωρτζίνας είχε … προαναγγελθεί μία ημέρα πριν, από την ίδια της τη μητέρα στους γιατρούς, περιλαμβάνονται στη δικογραφία, με βάση την οποία ασκήθηκε σε βάρος της Ρούλας Πισπιρίγκου η ποινική δίωξη για το κακούργημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας του Τμήματος Ανθρωποκτονιών, η Τζωρτζίνα εμφάνισε εννέα σοβαρά ιατρικά επεισόδια από τον Απρίλιο του 2021 πριν καταλήξει στις 29 Ιανουαρίου 2022.
«Αυτά τα επεισόδια που είδατε δεν είναι τίποτα. Το μεγάλο επεισόδιο δεν το έχει κάνει ακόμα». Με τα λόγια αυτά, η Ρούλα Πισπιρίγκου προανήγγειλε στους γιατρούς το θάνατο του παιδιού της, μία ημέρα νωρίτερα αιφνιδιάζοντας τόσο το ιατρικό όσο και το νοσηλευτικό προσωπικό του νοσοκομείου, καθώς τα ευρήματά τους δεν οδηγούσαν σε κανένα νέο μεγάλο επεισόδιο, το οποίο θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του παιδιού.
Μεθοδικότητα
Από τα στοιχεία της προανακριτικής δικογραφίας, όμως, προκύπτει και η «μεθοδικότητα» που χαρακτήριζε τη συμπεριφορά της Ρούλας Πισπιρίγκου, όλο το διάστημα της νοσηλείας του παιδιού, φροντίζοντας να παραμείνει σε μονόκλινο δωμάτιο, η αγωνία της να πληροφορηθεί τεχνηέντως αν υπάρχουν κάμερες σε αυτό ενώ παράλληλα, είχε αναλάβει η ίδια τη σίτιση του επικαλούμενη ότι είχε γνώσεις και μπορούσε να σιτίσει το παιδί της, το οποίο είχε γαστροστομία. Η Πισπιρίγκου δήλωσε ότι γνώριζε να χορηγεί τα φάρμακα από τη γαστροστομία και γι’ αυτό αποφασίστηκε να τα δίνει η ίδια στο παιδί.
Μέσα στο νοσοκομείο το παιδί παρουσίασε νέα επεισόδια και εξαιτίας αυτών δόθηκε εντολή στο νοσηλευτικό προσωπικό να σταματήσει την χορήγηση των φαρμάκων η Πισπιρίγκου αλλά να το κάνει αποκλειστικά η νοσοκόμα.
Σημειώνεται ότι στις 27 Ιανουαρίου του 2022 αποχώρησε ο πατέρας και έμεινε μόνον η Πισπιρίγκου μέχρι και το θάνατο της, τονίζεται χαρακτηριστικά στο διαβιβαστικό της Αστυνομία.
Η 33χρονη μητέρα η οποία βρισκόταν πάντα δίπλα στη μικρή Τζωρτζίνα, όπως σημειώνουν γιατροί και νοσηλευτές, έμεινε ατάραχη ακόμη και όταν εκδηλώθηκε το τελευταίο επεισόδιο στην 9χρονη, στις 29 Ιανουαρίου. «Λίγο πριν από τις 2.30 μία απο τις νοσηλεύτριες αντιλαμβάνεται την Πισπιρίγκου να πλησιάζει περπατώντας προς το γραφείο νοσηλείας σαν να έψαχνε κάποιον νοσηλευτή.
» Ο τρόπος που περπατούσε και το γεγονός ότι δεν καλούσε σε βοήθεια έδωσαν στη νοσηλεύτρια την εντύπωση ότι θα ζητούσε κάποιο σεντόνι η κάτι άλλο.
» Πλησιάζοντας τη νοσηλεύτρια της είπε κάτι χαμηλόφωνα που εκείνη δεν το άκουσε και δεν το κατάλαβε. Οταν η νοσηλεύτρια κατάλαβε ότι το παιδί έκανε πάλι επεισόδιο ενημέρωσε την γιατρό που εφημέρευε και σε δευτερόλεπτα βρέθηκαν στο θάλαμο του παιδιού.
» Κατά την είσοδό τους στο θάλαμο, είδαν το παιδί είχε κυάνωση, ήταν απνοικό και τόσο η γιατρός όσο και η νοσηλεύτρια παρατήρησαν ότι το οξύμετρο που ήταν συνδεδεμένο με το παιδί δεν ακουγόταν, ο χαρακτηριστικός ήχος που κάνει, όταν πέσουν οι σφιγμοί του παιδιού. Το παιδί διασωληνώθηκε και πάλι και λίγο αργότερα 15.50 κατέληξε».
Αρνητικές οι γονιδιακές εξετάσεις
Από τις εξετάσεις που έγιναν πάντως στη Τζωρτζίνα για τα γονίδια και τον εξειδικευμένο γενετικό έλεγχο, εξετάστηκαν όλα τα σύνδρομα που προκαλούν αιφνίδιο θάνατο και το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό.
«Θανατηφόρος δηλητηρίαση από κεταμίνη»
Σύμφωνα με την τοξικολογική έκθεση, ο θάνατος της Τζωρτζίνας «επήλθε συνέπεια θανατηφόρου δηλητηρίασης από φαρμακευτική ουσία. Στο μεταθανάτιο αίμα της διαπιστώθηκε κεταμίνη σε πολύ υψηλή συγκέντρωση 6,5 ml ανά ml». Ο χρόνος, δε, που χρειάστηκε για να δράσει η κεταμίνη είναι από 5 ως 20 λεπτά.
Η πορεία προς το θάνατο
Είναι χαρακτηριστικό πάντως πως όλα τα επεισόδια της Τζωρτζίνας σημειώνονταν όταν το παιδί ήταν στο δωμάτιο και όχι στη ΜΕΘ.
Συγκεκριμένα «αναφέρθηκαν διάφορα επεισόδια που έκανε το παιδί, συνολικά εννιά τα οποία και αντιμετωπίστηκαν από τους γιατρούς.
Τα επεισόδια αυτά χαρακτηρίζονται αιφνίδια και μάλιστα σε δύο από αυτά ενεργοποιήθηκε ο βηματοδότης.
Τη Δευτέρα η απολογία της 33χρονης
Η 33χρονη που κατηγορείται για τη δολοφονία της 9χρονης κόρης της Τζωρτζίνας, παραμένει στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση μέχρι να απολογηθεί τη Δευτέρα στις 12 το μεσημέρι. Η κατηγορούμενη εμφανίσθηκε χωρίς δικηγόρο και ως εκ τούτου η ανακρίτρια διόρισε συνήγορό της από τη λίστα δικηγόρων του ΔΣΑ.
Η 33χρονη μεταφέρθηκε το απόγευμα της Πέμπτης με ισχυρότατη αστυνομική δύναμη από το ανακριτικό γραφείο στα αυτοκίνητα της αστυνομίας που περίμεναν με αναμμένες μηχανές για να την μεταφέρουν όπου και θα παραμείνει μέχρι την απολογία της.