Γράφει ο
Αναστάσιος
Βασιάδης
Η μεγάλη αύξηση των τιμών στα βασικά καταναλωτικά προϊόντα που καταγράφεται καθημερινά, είναι εμφανές ότι οδηγεί τους μικροεισοδηματίες, κυρίως τους συνταξιούχους, κάτω από τα όρια της ασφαλούς διαβίωσης.
Η μεγάλη ακρίβεια που σκιάζει την καθημερινότητα, οδηγεί πολλούς εργαζόμενους που βρίσκονται στα όρια της συνταξιοδότησης, να παρατείνουν εθελουσίως τον χρόνο εργασίας τους και να παραμένουν στο ενεργό εργατικό δυναμικό, προκειμένου να διατηρήσουν σε βιώσιμο επίπεδο το εισόδημα τους, ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται στις άμεσες και επιτακτικές ανάγκες τους.
Με την αναγκαιότητα αυτή που οδηγεί στην παράταση του υγειονομικού βίου, διαμορφώνεται ένα ιδιότυπο εργασιακό περιβάλλον με επισφαλή υγειονομικά χαρακτηριστικά. Παρά το γεγονός ότι στην επικαιρότητα επικρατεί η ειδησεογραφία γύρο από τα εν εξελίξει πολεμικά γεγονότα και την επιδημική κρίση, το φως της δημοσιότητας είδαν πρόσφατα έγκυρες μελέτες, σύμφωνα με τις οποίες αναμένεται ότι έως το 2030, οι εργαζόμενοι 55 – 67 ετών θα ξεπερνούν το ένα τρίτο του εργασιακού δυναμικού. Με το γεγονός ότι τα όρια συνταξιοδότησης αυξάνονται, ενισχύεται η πρόβλεψη ότι οι εν αναμονή συνταξιούχοι θα εργάζονται πλέον για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους.
Αυτή η ισχυρή πρόβλεψη θέτει επιτακτικά την αναγκαιότητα να καταβληθούν προσπάθειες, ώστε να διασφαλιστούν ασφαλείς και υγιείς συνθήκες εργασίας, κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου. Το ολοένα και αυξανόμενο σε ηλικία εργατικό δυναμικό αντιμετωπίζει ποικίλες προκλήσεις.
Πολλοί εργαζόμενοι που ξεπερνούν το προβλεπόμενο όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση και παραμένουν στο εργατικό δυναμικό, παρουσιάζουν χρόνια προβλήματα υγείας, ενώ άλλοι χρήζουν ειδικής υποστήριξης. Αποτελεί επομένως επιτακτική αναγκαιότητα, η διασφάλιση μίας βιώσιμης εργασιακής ζωής ώστε να αντιμετωπίζονται και να προλαμβάνονται τα εν λόγω προβλήματα.
Η προώθηση του υγιούς τρόπου απασχόλησης και η πρόληψη ασθενειών, επιβάλλεται να αποτελέσει πρωταρχικό στόχο της πολιτείας, σε συνδυασμό με τις δραστηριότητες για τη στήριξη της ενεργούς και υγιούς γήρανσης. Προς τούτο κρίνεται αναγκαία η διαμόρφωση επίκαιρης υγειονομικής πολιτικής για τα χρόνια νοσήματα των εργαζομένων, ώστε να διασφαλιστούν τα έτη της υγιούς εργασιακής ζωής και να διασφαλιστεί η ενεργός και λειτουργική γήρανση.
Στα πλαίσια αυτά επιβάλλεται να διασφαλισθεί ότι οι ηλικιωμένοι πολίτες θα έχουν πρόσβαση σε σαφείς και βασισμένες σε πραγματικά στοιχεία πληροφορίες, για τον υγιή τρόπο ζωής
. Η προώθηση των βέλτιστων πρακτικών για την πρόληψη και την ασφαλή θεραπεία χρόνιων ασθενειών, είναι αναγκαίο να αποτελέσει βασικό στοιχείο της υπό διαμόρφωσης πολιτικής. Αυτή η αναγκαιότητα αποκτά ιδιαίτερο περιεχόμενο λόγω της σοβούσας επιδημικής κρίσης του κορωνοϊού. Προς τούτο απαιτείται η θεσμοθέτηση της στενής συνεργασίας ιατρών με ασθενείς, εργοδότες, κοινωνικούς φορείς και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, για την ανάπτυξη πολιτικών που θα καθορίζουν ασφαλείς και υγιείς συνθήκες κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου, ώστε να διασφαλίζεται η βιώσιμη απασχόληση.
Επί πλέον στόχος του πολιτικού σχεδιασμού πρέπει να αποτελέσει η ενθάρρυνση υλοποίησης εκπαιδευτικών προγραμμάτων, για την αυτογνωσία, την προσαρμογή και τα νοητικά ερεθίσματα του μεγαλύτερου σε ηλικία εργατικού δυναμικού.
Είναι εμφανές ότι το απαιτούμενο να διαμορφωθεί θεσμικό πλαίσιο για την «Υγεία στους Χώρους Εργασίας», δεν θα αποφέρει ουσιαστικά αποτελέσματα, εάν δεν συνδυασθεί με την προώθηση της κουλτούρας και με την αύξηση της ευαισθητοποίησης που καθορίζει την σημασία της σωστής εργασιακής ασφάλειας, της διαχείρισης της υγείας και της πρόληψης του κινδύνου, κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου.
Η σημαντική αύξηση του μέσου όρου της ηλικίας των εργαζομένων επιτάσσει την ανάληψη θεσμικών πρωτοβουλιών, που θα ενισχύουν την υγειονομική τους διασφάλιση και την παραγωγική τους απόδοση. Η νομοθετική κινητικότητα των ημερών που σχετίζεται με τον χώρο της Υγείας, ας αποτελέσει κίνητρο για την διαμόρφωση του αναγκαίου θεσμικού πλαισίου.