Συντάκτης:
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΒΑΣΙΑΔΗΣ
Με βαθιά συγκίνηση ο κόσμος της τέχνης, αποχαιρέτησε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθήνας, έναν κορυφαίο μύστη της, τον Χρόνη Μπότσογλου.
Στο μυαλό και την καρδιά όσων παραβρέθηκαν στην τελετή του αποχαιρετισμού, ήταν η σύνδεση της ζωής και του έργου, αυτού του βαθιά ουμανιστή καλλιτέχνη.
Ο Χρόνης Μπότσογλου ήταν Έλληνας ζωγράφος, χαράκτης, γλύπτης, ποιητής, συγγραφέας και καθηγητής της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών Αθήνας όπου διετέλεσε και Πρύτανης.
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1941 και ήταν τέκνο του Δημητρίου Μπότσογλου από το Σχολάριο της Ανατολικής Θράκης και της Μελαχροινής Βασιάδη του Ευαγγέλου από την Βιζύη, με απώτερο τόπο καταγωγής την Βήσσανη της Ηπείρου.
Ο Χρόνης Μπότσογλου μεγάλωσε κατά τη διάρκεια της κρίσιμης δεκαετίας του ΄40 σε κλίμα φόβου και οικονομικών δυσκολιών.
Το 1946 ξεκίνησε να φοιτά στο δημοτικό σχολείο στα Λεμονάδικα, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια της φοίτησης του ζωγράφιζε και έγραφε φανταστικές ιστορίες τις οποίες αφηγείτο στους συμμαθητές του. Τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής τα έλαβε στην Θεσσαλονίκη κοντά στον θείο του, αυτοδίδακτο ζωγράφο, Κώστα Βασιάδη. Μετά το Γυμνάσιο, σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (1960–1965) κοντά στον Γιάννη Μόραλη. Κατά την περίοδο 1970 έως 1972, πραγματοποίησε σπουδές στην Ecole Supérieure des Beaux Arts του Παρισιού. Το έτος 1989 εξελέγη καθηγητής ζωγραφικής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας, στην οποία κατά το διάστημα 2001-2006 προσέφερε τις υπηρεσίες του ως πρύτανης. Παράλληλα με την ζωγραφική, ασχολήθηκε με τη χαρακτική (κυρίως οξυγραφία και λιθογραφία) και τη γλυπτική.
Ήταν εγκατεστημένος και εργάζονταν στην Αθήνα, δίνοντας όμως τακτικά το παρών στην περιφέρεια, όπου παρουσίαζε ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε ομαδικές μαζί με ντόπιους καλλιτέχνες. Έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από 30 ατομικές εκθέσεις κυρίως στην Ελλάδα, και έχει συμμετάσχει σε περισσότερες από 100 ομαδικές εκθέσεις εντός και εκτός της χώρας. Το 2011 παρουσίασε στην Αθήνα τη συλλογή του «Ερωτικά», αποτελούμενη από ακουαρέλες, ανάγλυφα σε μπρούτζο και σχέδια με γραφίτη.
Συμμετείχε στη Μπιενάλε του Sao Paulo (1969) και στη Μπιενάλε Χαρακτικής (Χαϊδελβέργη, 1988).
Αναδρομικές του εκθέσεις παρουσιάστηκαν στη Δημοτική Πινακοθήκη Ρόδου (1986), στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο (Θεσσαλονίκη, 1991), στην Πινακοθήκη Κυκλάδων (Ερμούπολη, 2008) και στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (Αθήνα, 2010).
Εικονογράφησε ποιητικές συλλογές και άλλες εκδόσεις, ενώ συνεργάστηκε με λογοτέχνες και θεωρητικούς, δημοσιεύοντας τακτικά κείμενά του.
Το 2009 εκδόθηκε μονογραφία για το έργο του.
Το 2014 ο Χρόνης Μπότσογλου συμμετείχε στην ομαδική έκθεση με τίτλο «ΣΧΕΔΙΑ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ, ΣΧΕΔΙΕΣ-ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ» στην γκαλερί ΠΑΠΑΤΖΙΚΟΥ στη Βέροια. Η πιο πρόσφατη ατομική έκθεση έργων του έγινε στη Θεσσαλονίκη στην «Βίλα Καπαντζή» και περιλάμβανε κυρίως τοπιογραφίες. Έχει γράψει σε εφημερίδες και περιοδικά άρθρα για την τέχνη, ενώ εξέδωσε τρία βιβλία: «Ημερολόγια ταξίδια» (εκδόσεις Γαβριηλίδη, Αθήνα 1994), «Ψευτοδοκίμια» (εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2000) και «Το χρώμα της σπουδής» (εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2005). Εξέδωσε επίσης μία ποιητική συλλογή με τίτλο «Σπουδή στο μαύρο» (εκδόσεις Περίτεχνον, Αθήνα 1998) και ένα λεύκωμα με έργα φιλοτεχνημένα σε υπολογιστή (2007).
Το έργο του Χρόνη Μπότσογλου είναι συνδεδεμένο με την καλλιτεχνική ιστορία του τόπου.
Δεν είναι μόνο ότι υπήρξε δάσκαλος σε πολλούς και σημαντικούς νέους δημιουργούς.
Είναι που πρότεινε και άφησε πλούσιο έργο από μια ζωγραφική σωματοποιημένη με απτικό χαρακτήρα.
Οι μορφές που παρουσιάζει τείνουν να ξεγυμνωθούν από κάθε ρομαντική αναγωγή του παρελθόντος, μα κυρίως είναι απογυμνωμένες από κάθε φτηνή ζωγραφικότητα.
Από το 1980 και για το διάστημα περίπου μιας δεκαετίας ο Μπότσογλου δημιούργησε την ενότητα «Σελίδες Ημερολογίου», μια σειρά που αποτελείται κυρίως από ακουαρέλες, που αποτυπώνουν την επώδυνη σωματική και πνευματική αποσύνθεση.
Πρόκειται ουσιαστικά για ημερολόγιο γιατί αποτυπώνει τις απόπειρες συμφιλίωσης του καλλιτέχνη απέναντι στην κατάρρευση, τον εκφυλισμό και τη φθορά.
Στο πληθωρικό σώμα έργων του, ο Μπότσογλου διατυπώνει ορισμένες από τις εν δυνάμει άπειρες εκδοχές μιας θεματικής που επεξεργάζεται, για να καταλήξει να δηλώνει ουσιαστικά ότι σε όλη τη ζωή του δεν έκανε παρά ένα έργο.
Ο ίδιος έλεγε παραστατικά:
«κάθε καλλιτέχνης έχει να πει ένα, μόνο ένα λόγο. Ακόμη κι αν είναι ο Φειδίας, ακόμα κι αν είναι ο Όμηρος, ακόμη κι αν είναι ο Δάντης… Έτσι νομίζω ότι τα έργα τέχνης είναι κομμάτια ενός έργου. Τα ποιήματα αποσπάσματα του ενός και ίδιου ποιήματος. Δεν εννοώ βέβαια ότι κάθε καλλιτέχνης δεν έχει τη δική του πορεία, τη δική του τελείωση. Εννοώ πως τα δέντρα μεγαλώνουν, ανθίζουν, καρποφορούν. Έτσι είναι τα πράγματα στη φύση ακόμη. Έτσι ακόμη καταλαβαίνω την τέχνη».
Στο έργο του «Το χρώμα της σπουδής» ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ Αθήνα Δεκέμβριος 2005, ο Χρόνης Μπότσογλου έγραψε:«Εγώ, ο Χρόνης Μπότσογλου του Δημητρίου και της Μελαχροινής γεννήθηκα στην Θεσσαλονίκη 22 Μαΐου 1941. Έκτοτε έχω πεθάνει μονάχα δύο φορές , από όσο έχω συνειδητοποιήσει. Αυτός είναι κιόλας ο λόγος που ζωγραφίζω και γράφω διάφορα πράγματα προσπαθώντας να προλάβω τον επόμενο θάνατό μου και να τον καταγράψω. Περισσότερο βέβαια ζωγραφίζω παρά γράφω. Η ζωγραφική είναι το επάγγελμα μου, αλλά οι εικόνες όσο κι αν είναι αποκαλυπτικές, πάντα φυλάνε ένα μυστικό, ώστε τον κόσμο να μην τον
συνηθίζεις ποτέ και να μην τον χορταίνεις. Αντίθετα στο κόσμο των πεθαμένων τα κατάφερα καλύτερα. Το μυστικό του, βέβαια, μου το αποκάλυψε η μάνα μου.»
«Και όμως συνηθίζεται ο κόσμος των νεκρών,
άμα αναζητάς τη φύση σου και αφεθείς,
άμα θα πάψεις να επιθυμείς και να πλανάσαι...»
Από το σύνολο των επικήδειων που εκφωνήθηκαν στην κηδεία του Χρόνη Μπότσογλου, η καλλιτεχνική προσωπικότητα κι η προσφορά του στην τέχνη εκφράστηκαν απόλυτα από την φράση του χαιρετισμού που εκφώνησε ο Πρύτανης της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών Αθήνας Νίκος Τρανός:
«Με τον σχεδόν εμμονικό ζωγραφικό του ανθρωποκεντρισμό, κάνει την κληρονομιά που αφήνει ανεκτίμητη και παντοτινή»