Το θρόισμα της μεγάλης λεύκας στο κέντρο της προσκοπικης κατασκήνωσης της Καστανιάς, σιγοψιθυρίζει κάθε Ιούνιο τις λέξεις « Σαράντης και Παρασκευή». Δεν υπάρχουν λέξεις για να περιγράψουν την συνέπεια, την τάξη, το προσκοπικό ήθος, αλλά και ζωντάνια του αγαπημένου μας κυρ Σαράντη, προπολεμικού προσκόπου της Βεροιας, που κατοικούσε τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του στην οδό Καρμπολά δίπλα στην Παναγία Χαλκέων στην Θεσσαλονίκη.
Συνταξιούχος υπάλληλος του δήμου Θεσσαλονίκης, προπολεμικός βεροιώτης πρόσκοπος, κατά τα χρόνια της μεταπολίτευσης έως τον θάνατο του στα τέλη της δεκαετίας του 1990, κάθε καλοκαίρι, έπαιρνε την εδεσσαία σύζυγο του Παρασκευούλα και ξεκαλοκαίριαζαν στην Καστανιά, στο μεγάλο αντίσκηνο που έστηνε για αυτούς η Περιφέρεια Προσκόπων Ημαθίας για να τους φιλοξενήσει.
Κάθε Κυριακή πρωί, φορούσε την μεγάλη προσκοπική του στολή με όλα τα διακριτικά , το πλατύγυρο και περπατούσε από το μονοπάτι προς το Μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά όπου και εκκλησιάζονταν εκπροσωπώντας επάξια τον βεροιώτικο προσκοπισμό σε κάθε λειτουργία του αείμνηστου πόντιου ιερέως πατρός Εμμανουήλ Φωτιάδη (παπά Μανόλη). Κάθε μπαγιάτικο ψωμί των κατασκηνωτών γινόταν παξιμάδια για την λιτή ζωή του ζευγαριού, που πέρασαν τουλάχιστον 20 από τα τελευταία καλοκαίρια της ζωής τους στον όμορφο αυτό τόπο. Οταν επισκέπτονταν την κατασκήνωση ο Τάκης Βλαχόπουλος ή ο Φάνης Σύρπης, ο Θόδωρος Αλδάκος, ο Τάσος Φελλόπουλος και ο Γιώργος Ματαράγκας, ο Σαράντης στέκονταν με ευλαβική προσοχή ακούγοντας τις οδηγίες τους για τα έργα στην κατασκήνωση.
Ο λόγος τους ήταν διαταγή. Εμάς τους νεότερους μας αγαπούσε και μας περίμενε κάθε χρονιά που μας ξανασυναντούσε ένα χρόνο πιό μεγάλους. Η Παρασκευούλα, πιστή σύζυγος του Σαράντη και συγγενής του αείμνηστου παπα Νικόλα Παραστατίδη του Αγίου Ιωάννη του Ελεήμονος, επιμελούνταν από καιρώ εις καιρώ κανένα μπάλωμα, τυρόψωμο όταν πεινούσαμε ή μας κερνούσε από τα νόστιμα ρυζόγαλα που έκανε από τα περισσευούμενα γάλατα των κατασκηνωτών.
Τα βράδια της προσκοπικής αυπνίας περιμέναμε να πάρουν τον δρόμο για τις τουαλέτες, για να ακούσουμε τους υπόκωφους θορύβους που μόνο η σιγαλιά της νύχτας αφήνει να φανούν για να διηγηθούμε στο ξημέρωμα τα βραδινά καθέκαστα . .
Στην φώτο ο Σαράντης και η Παρασκευή Χατζηστρατόγλου σε υπαίθριο εκκλησιασμό της κατασκήνωσης το 1997, ενώ στην άλλη φωτογραφία, εικονίζονται σε συνάντηση της ενωμοτίας Πελαργών της Θεσσαλονίκης το 1997 ο Τάσος Φελλόπουλος, ο Αχιλλέας Θεοφάνους, Στέφανος Ακριβόπουλος, ο Σαράντης Χατζηστρατόγλου και ο Μίμης Τσιτιρίδης, για την προσφορά του οποίου στον βεροιώτικο προσκοπισμό αξίζει να αναφερθούμε εκτενώς σε επόμενο δημοσίευμα. Ήταν όλοι τους αδέλφια.
Αρχείο και επιμέλεια Δ.Π.Τόλιος