Η τριήμερη συζήτηση στην βουλή, της πρότασης δυσπιστίας του Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία στην κυβέρνηση, την κυβέρνηση, όπως αναμένονταν δεν την έριξε, ανέδειξε όμως τις στρατηγικές των κομμάτων, για τους επόμενους μήνες.
Η συνέχεια με την ένταση της πόλωσης, δείχνει και το ύφος της αντιπαράθεσης.
Ο Πρωθυπουργός, στην παρέμβασή του, είχε δύο συν ένα στόχους. Οι δύο αφορούν τον Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία και ο τρίτος το Κίνημα Αλλαγής.
Ο Πρωθυπουργός, ήθελε να:
1. Αναδείξει την δημοκοπική καθήλωση του Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία, σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από τις τελευταίες εθνικές εκλογές και την δημοσκοπική άνοδο του Κινήματος Αλλαγής-ΠΑΣΟΚ, ως τους δύο βασικούς λόγους της πρότασης δυσπιστίας.
2. Κάνει μια σύγκριση, του έργου της δικής του κυβέρνησης με εκείνο του Τσίπρα, σε πεδία που θεωρεί ευνοϊκά γιαυτόν.
3. Εγκαλέσει την νέα ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, ότι με την ψήφιση της πρότασης δυσπιστίας του Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία, ταυτίζεται με τον Τσίπρα και αναιρεί την διακήρυξη της αυτόνομης πορείας.
Το πήγε μάλιστα πιο πέρα λέγοντας ότι, η ασάφεια του πολιτικού λόγου του Νίκου Ανδρουλάκη, αποκαλύπτει έλλειμα πολιτικής.
Ο Πρόεδρος του Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία κ. Τσίπρας, ανέδειξε τρεις βασικές πλευρές της κυβερνητικής πολιτικής, που θεωρεί ότι φθείρουν ιδιαίτερα την κυβέρνηση: την υποστήριξη των πλουσίων εις βάρος των φτωχών, την κακή διαχείριση των κρίσεων, και την αδιαφάνεια στις επιλογές της. Ζήτησε πάλι εκλογές, μίλησε για προοδευτική συνεργασία, δεν έκανε ειδική αναφορά στο Κίνημα Αλλαγής, για να μην επιβεβαιώσει τις κατηγορίες της κυβέρνησης και του Κινήματος Αλλαγής, ότι, φοβάται την δεύτερη θέση.
Ο Πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής Νίκος Ανδρουλάκης, στην δική του ομιλία, νωρίς το πρωί στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος, όπως και ο εκπρόσωπος της κοινοβουλευτικής ομάδας Μιχάλης Κατρίνης, αργότερα στην ολομέλεια της βουλής, ανέβασαν τους τόνους της κριτικής προς την κυβέρνηση και τον Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία, υπερασπιζόμενοι την γραμμή της αυτόνομης πορείας.
Τα άλλα τρία κόμματα της αντιπολίτευσης, επανέλαβαν τις βασικές θέσεις τους, αυτές που διατύπωσαν ένα περίπου μήνα πριν, στην συζήτηση για τον προϋπολογισμό.
Κυβέρνηση και κόμματα, ανεξάρτητα από τις επιλογές και τις σκοπιμότητες τους, γνωρίζουν ότι, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στον εξωτερικό περίγυρό μας, οι εξελίξεις θα είναι αρνητικές, παρ' ότι μπορεί να υπάρχουν και κάποια θετικά γεγονότα.
Η πραγματικότητα της οικονομίας και της κοινωνίας θα είναι χειρότερη, όσο και αν, το παιχνίδι των δεικτών και οι προσδοκίες που δημιουργούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, θα προσπαθούν να την βελτιώσουν.
Η ακρίβεια στην ενέργεια και ο πληθωρισμός, με τον άμεσο και έμμεσο αντίκτυπο στο καθημαγμένο εισόδημα των περισσότερων οικογενειών, θα είναι επώδυνη, και όσους πόρους και αν διαθέσει η κυβέρνηση, δεν θα καλύπτουν τις απώλειες, ούτε, φυσικά θα μειώνουν την δυσφορία των πολιτών.
Η υποχώρηση της πανδημίας, έστω για μερικούς μήνες, δεν θα πιστωθεί πλέον στην κυβέρνηση, αφού ο κόσμος είναι πεπεισμένος, ότι, η διαχείριση της κυβέρνησης μας έφερε στις χειρότερες θέσεις των χωρών της ΕΕ, θα μειώσει όμως τον φόβο, ιδιαίτερα των μεγαλύτερων ηλικιών, και θα αποκαλύψει το μέγεθος των προβλημάτων.
Όσο πιο γρήγορα υποχωρήσει η πανδημία, τόσο πιο γρήγορα θα παρθούν στην ΕΕ και την ΕΚΤ, οι αποφάσεις για την επάνοδο των δημοσιονομικών κανόνων του «Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης», όπως και το τέλος της αγοράς ομολόγων του Ελληνικού δημοσίου, στην δευτερογενή αγορά, από την ΕΚΤ, που ελήφθησαν για να αντιμετωπιστεί η ύφεση του 2020, λόγω των lockdown, που επέβαλαν οι κυβερνήσεις στην ΕΕ, και σε όλο τον κόσμο.
Οι δύο αυτές αποφάσεις, βοήθησαν την ανάκαμψη της οικονομίας της ΕΕ, ειδικά σε χώρες σαν την δική μας, τις έσωσαν κυριολεκτικά.
Η κρίση που προκαλεί η Τουρκία στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, δεν φαίνεται να υποχωρεί, υπάρχουν μάλιστα δυο παράγοντες που θα την ενισχύσουν και είναι: η προσέγγιση της Ουάσιγκτον με την Τουρκία, λόγω της κρίσης στην Ουκρανία με την Μόσχα, και οι προεδρικές εκλογές στην Τουρκία, που μπορεί να γίνουν και πριν το 2023, αν δει ο Ερντογάν, ότι στο εσωτερικό μέτωπο, η φθορά του θα επιταχύνεται. Συνεπώς το αφήγημα της κυβέρνησης ότι, οι διάφορες συμφωνίες που έχει κάνει και οι ιδιαίτερα υψηλές και έκτακτες αμυντικές δαπάνες, έχουν εξασφαλίσει την ασφάλεια της χώρας, δεν θα είναι πολύ πειστικό.
Έχοντας αυτά τα δεδομένα, κυβέρνηση και κόμματα, θα αποδοθούν σε μια έντονη πολωτική αντιπαράθεση, για να βελτιώσουν τις αφετηρίες τους, για τις εθνικές εκλογές, που θα είναι πλέον κοντά.
Ο Πρωθυπουργός έχει την πρωτοβουλία για την προκήρυξη των πρόωρων εκλογών, όμως, όπως έχει δείξει η μεταπολίτευση, μακράν η καλύτερη περίοδος της χώρας σε όλα τα πεδία, παρ’ όλες τις κρίσεις και τις παραγωγικές, πολιτικές, θεσμικές και κοινωνικές παθογένειες, το βασικό κριτήριο για την προκήρυξη των πρόωρων εκλογών, είναι η διατήρηση των περισσότερων πιθανοτήτων, να τις κερδίσει το κυβερνών κόμμα.
Και οι πιο ευνοϊκές δημοσκοπήσεις για την κυβέρνηση δείχνουν, ότι οι πρώτες εκλογές με την απλή αναλογική, μπορεί να φέρουν εκπλήξεις, και σίγουρα οι δεύτερες, να μην δώσουν αυτοδυναμία στην ΝΔ. Αυτές οι εξελίξεις όμως, μπορεί να φέρουν πιο κοντά κάποια κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως το Κίνημα Αλλαγής με τον Σύριζα-Προοδευτική Συμμαχία.
Σε κάθε περίπτωση, οι πολιτικές εξελίξεις έχουν επιταχυνθεί, και το απρόβλεπτο, φαίνεται, ως το πιο πιθανό.