Και αν ξημερώνει η αυγή
και η μέρα τρέχει προς την Δύση
ο Νους ακόμη περπατεί μες στου ονείρου την ομίχλη
Θέλει πολύ να ξαναβρεί της νιότης τα παιχνίδια
Την αγκαλιά και τα φιλιά της μάνας του,την μυρωδιά..
Ο χρόνος φεύγει σαν νερό ,τις μέρες παρασέρνει
μαζί με δάκρυα πολλά που ο πόνος έχει φέρει
Μία ήλιος του γελά,μία το φεγγάρι τον φωτίζει
Μα ο αέρας που φυσά,είναι αυτός που τον φοβίζει
Σαν πέφτει πάλι η βροχή με δύναμη στα μάγουλα μου
γίνεται εκείνο το παιδί που κυνηγά τα όνειρα του
Όταν ο Νους μου ξαναβρεί τον δρόμο τον δικό του
παίρνει καθρέφτη για να δει ,εκεί το πρόσωπο του
Σαν δει να του χαμογελά,αυτό τον ησυχάζει
Σαν βλέπει το είδωλο θολό αυτό τον τρομάζει
Έτσι ο δρόμος της ζωής παίρνει την κατηφόρα
και αγκομαχώντας που και που βγάζει την ανηφόρα
και όσο τα χρόνια περνούν και ο Νους γεμίζει αναμνήσεις,
γυρίζει πίσω του να δει τα χνάρια που έχει αφήσει...
Όλγα Κουτμηρίδου-Μεταξά