Γράφει ο Αναστάσιος Βασιάδης
Η επιδημική έξαρση του κορωνοιού που χαρακτηρίζεται από τις αλλεπάλληλες παραλαγές του, με επίκαιρη την «ΟΜΙΚΡΟΝ» που πρωτοεντοπίστηκε στην Νότιο Αφρική, οδηγεί στην σταδιακή μετατροπή των νοσοκομείων σε μονονοσικά, με ότι αυτό συνεπάγεται για την τρέχουσα περίθαλψη των πολιτών. Χαρακτηριστικό στοιχείο αυτής της εξέλιξης, σε συνδυασμό με την μη επαρκή οργάνωση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, είναι οι εκδηλώσεις βιαιοπραγιών. Οι αλλεπάλληλες εκδηλώσεις βίας που εκδηλώνονται στα νοσοκομεία της χώρας, στρέφονται κυρίως εις βάρος του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού.
Οι συμπεριφορές βίας εκδηλώνονται συνήθως από πρόσωπα ως επί το πλείστον εθισμένα στη χρήση ουσιών, ή ευρισκόμενα κάτω από έντονη συναισθηματική φόρτιση, ή απλώς από εκείνους που ανυπόμονα επιζητούν την άμεση εξυπηρέτηση τους χωρίς να έχουν την υπομονή να αναμείνουν. Η κεντρικώς ανακοινωθείσα αναβολή των προγραμματισμένων χειρουργείων ως ακόμα μία εκδήλωση μετατροπής των νοσοκομείων σε μονονοσικά, σε συνδυασμό με τις αντιεμβολιαστικές νοοτροπίες που ελέγχονται, ενισχύουν το κλίμα εκδήλωσης βιαιοπραγιών εις βάρος του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού. Η σοβούσα επιδημική κρίση με τις συνέπειες της και τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που την συνοδεύουν, αυξάνουν αναπόφευκτα και τον αριθμό των προσφευγόντων στα νοσοκομεία πολιτών, χωρίς να υπάρχει το αναγκαίο προσωπικό, με συνέπεια να δημιουργούνται μεγάλες και πολύωρες σειρές αναμονής και να προκαλείται έντονος εκνευρισμός.
Η βία που ασκείται εκδηλώνεται με λεκτικές επιθέσεις, με εκδηλώσεις ασέλγειας, μικροτραυματισμους και σοβαρότερους τραυματισμούς. Εξ όλων αυτών η λεκτική βία είναι το ίδιο επιβλαβής με τη σωματική και έχει συνέπειες σωματικές όπως κεφαλαλγίες, ιλίγγους, ψυχοσωματικά ενοχλήματα και αίσθημα κόπωσης. Επίσης εκδηλώνονται επιπτώσεις συναισθηματικές όπως κατάθλιψη και σύνδρομο μετατραυματικού στρες. Η λεκτική βία εκφράζεται με ύβρεις, προσβολές, σαρκασμούς, ειρωνείες, απειλές, κυνισμό, υποτιμητικά ρατσιστικά ή σεξουαλικά σχόλια, που σκοπό έχουν να υποτιμήσουν το άτομο. Η σωματική βία εκδηλώνεται με ραπίσματα, γρονθοκτυπήματα, λακτίσματα, βιαίες λαβές ακινητοποίησης, χρήση αμβλείων και αιχμηρών αντικειμένων, καθώς και χρήση οξέων υγρών. Αποτέλεσμα αυτών είναι οι τραυματισμοί διαφόρων βαθμών σοβαρότητας και σε ορισμένες περιπτώσεις τραυματικές διακοπές κυήσεων. Εξ αυτών όλων είναι επόμενο να υπονομεύεται ακόμα περισσότερο η ποιότητα παροχής υπηρεσιών προς τους πολίτες, από ένα νοσοκομειακό σύστημα που υφίσταται συνεχή υποβάθμιση. Δυστυχώς δεν υπάρχει κάποιος θεσμοθετημένος κανονισμός καταγραφής, μελέτης, αποτροπής και διαχείρισης των περιστατικών βιαιπραγίας στα νοσοκομεία.
Επίσης δεν υπάρχουν θεσμοθετημένα όργανα φύλαξης των χώρων Υγείας. Το ιδιωτικό προσωπικό φύλαξης δεν έχει την εκπαίδευση που απαιτείται, ούτε και την αρμοδιότητα για την αποτελεσματική διαχείριση των περιστατικών βίας. Η αστυνομία που καλείται, απομακρύνει πρόσκαιρα τον βιαιοπραγούντα από τον χώρο και υποδεικνύει στον αποδέκτη της βίας να κάνει προσωπική μήνυση και έτσι να υποβληθεί σε πολυέξοδες και χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες. Το γεγονός ότι δεν υφίσταται μηχανισμός καταγραφής και διαχείρισης των καθημερινών περιστατικών βίας ούτε προβλέπεται η σύστασή του, εξηγεί και το φαινόμενο να μη υπάρχουν καταγεγραμμένα στοιχεία από τις αρμόδιες υπηρεσίες, αλλά αυτά να αντλούνται από τις προσωπικές αναφορές των εργαζομένων στους χώρους υγείας και από τα αστυνομικά δελτία. Απαιτείται επομένως επιτακτικά η θεσμοθέτηση κανονισμού και υπηρεσίας διαχείρισης των περιστατικών βίας στους χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας. Παρά την επιδημική έξαρση του φαινομένου των βιαιοπραγιών που εκδηλώνονται στα νοσοκομεία, το φαινόμενο δεν είναι νέο και έχει αποτελέσει κατ επανάληψη αντικείμενο συζητήσεων και εισηγήσεων προς τις κατά καιρούς πολιτικές ηγεσίες. Η έξαρση του φαινομένου λόγω και της συντρέχουσας επιδημικής κρίσης επιτάσσει την επικαιροποίηση των εισηγήσεων ως εξής:
1.Ίδρυση και λειτουργία υπηρεσιών διαχείρισης των περιστατικών βίας, που θα περιλαμβάνει την καθιέρωση παρατηρητήριου σε κάθε χώρο υγείας σε διασύνδεση με γενικό δίκτυο. 2.Στελέχωση των υπηρεσιών αυτών με ειδικό προσωπικό καταγραφής, αντιμετώπισης και διεκπεραίωσης των περιστατικών, στο οποίο μεταξύ άλλων θα συμπεριλαμβάνονται, Κοινωνικός Λειτουργός, Ψυχίατρος, Δικηγόρος και Αστυνομικός. 3.Η λειτουργία των υπηρεσιών αυτών θα βασίζεται σε λεπτομερή κανονισμό διαχείρισης των περιστατικών βίας και καθιέρωση σχετικών πρωτοκόλλων.
Ενδεικτικά οι πρώτες ενέργειες από την εκδήλωση του περιστατικού βίας, η από την διαπίστωση σχετικής πρόθεσης, πρέπει να είναι: Α. Ειδοποίηση της υπηρεσίας διαχείρισης, από τον δεχόμενο την άσκηση βίας ιατρό η νοσηλευτή, η από όποιον τρίτο αντιλαμβάνεται το περιστατικό η την πρόθεση. Β. Απομάκρυνση του βιαιοπραγούντος από τον χώρο του επεισοδίου από ειδικό όργανο. Γ. Μεταφορά του βιαιοπραγούντος σε ειδικό χώρο καταγραφής του περιστατικού βίας. Δ. Καταγραφή του περιστατικού. Ε. Περαιτέρω διαχείριση. Όσο και αν η αποστέρηση των νοσοκομείων από το αναγκαίο για την στοιχειώδη λειτουργία τους προσωπικό, που επιτείνεται δραματικά λόγω της επιδημικής κρίσης, προτάσσει άλλες προτεραιότητες, δεν πρέπει να παραμεληθεί και η ασφάλεια των εργαζομένων σε αυτά. Το αναγκαίο να δρομολογηθεί νομοθετικό πλαίσιο αλλά και η δυνατότητα καταγραφής καταγγελιών και διερεύνησης βιαίων περιστατικών, θα λειτουργήσει εποικοδομητικά στις εργασιακές συνθήκες, αφού θα δημιουργεί αίσθημα ασφάλειας στους εργαζόμενους στα νοσοκομεία αλλά και αποτρεπτικά σε φαινόμενα βίας λεκτικής, σωματικής και συναισθηματικής, σε όσους επιλέγουν να εφαρμόζουν τέτοιες πρακτικές.