Γράφει ο
Αναστάσιος
Βασιάδης
Στη ελληνική αγορά αναβιώνει για μια ακόμα φορά ο ξενόφερτος θεσμός της «Μαύρης Παρασκευής», που έγινε ευρύτερα γνωστός υπό την αγγλόφωνη εκδοχή του ως «Black Friday». Πρόκειται για μια επικοινωνιακή κυρίως κίνηση που στοχεύει στην περιστασιακή αύξηση του τζίρου των επιχειρήσεων μέσω γενικευμένων εκπτώσεων των τιμών στα προϊόντα που διατίθενται προς πώληση. Η «Black Friday» αναβιώνει, στα γενικότερα πλαίσια του κλίματος που διαμορφώνεται εν μέσω της επιδημικής κρίσης που βρίσκεται σε έξαρση, ενώ ενεργοποιείται επιλεκτικά με την δυνατότητα εισόδου στα καταστήματα του λιανεμπορίου, μόνο σε όσους επιδεικνύουν πιστοποιητικό εμβολιασμού, βεβαίωση νόσησης από covid ή αρνητικό αποτέλεσμα rapid test. Αυτή η πραγματικότητα προσδιορίζεται από την επιβολή των μέτρων που ανακοινώνονται για την αποτροπή της περαιτέρω διάδοσης του κορωνοϊού και την εκ των πραγμάτων ενεργοποίηση του «click away» από τα καταστήματα, προκειμένου να εξυπηρετούνται οι ανεμβολίαστοι πελάτες. Πέραν όλων αυτών ωστόσο, για την ζητούμενη ανάκαμψη της αγοράς χρειάζεται οι καταναλωτές να έχουν την οικονομική άνεση, ώστε να μπορούν να δίνουν την απαιτούμενη πνοή που χρειάζεται, προκειμένου να ξεπεραστεί η παρατεινόμενη κρίση την οποία βιώνει ο τόπος. Αυτό όμως απέχει σημαντικά από την κατάσταση που επικρατεί. Ο τόπος που κατά παράδοση βασίζονταν στον πρωτογενή αλλά και στον δευτερογενή παραγωγικό τομέα, βιώνει ένα πρωτοφανή μαρασμό. Το κόστος της παραγωγής, τα προβλήματα στη διακίνηση και την μεταποίηση των προϊόντων, η τιμαριθμική άνοδος και η γενικότερη οικονομική κρίση, μειώνουν δραματικά το εισόδημα των πολιτών με αποτέλεσμα η αγορά να γίνεται απλησίαστη, για τους περισσότερους από αυτούς. Σημαντικός αριθμός πολιτών βλέπει τις οικονομίες του να εξανεμίζονται, λόγω του υψηλού κόστους διαβίωσης, ενώ αδυνατεί να προσεγγίσει τα προϊόντα της αγοράς πέραν των απολύτως αναγκαίων, όσο και εάν αυτά πρόσκαιρα διατίθενται σε χαμηλότερες τιμές, στα πλαίσια των επικοινωνιακού τύπου περιστασιακών εκπτώσεων τύπου «Black Friday». Η απώλεια εισοδήματος λόγω της ανεργίας έχει ως συνέπεια και την αδυναμία κατανάλωσης. Η μεγάλη κρίση που υπονομεύει την Κοινωνική Ασφάλιση και τον χώρο της Δημόσιας Περίθαλψης, ιδιαίτερα με την επιδημική έξαρση, καθώς και η έμμεση πλήν σαφής υπόδειξη προς τους πολίτες να αναζητούν εξ ιδίων την διεκπεραίωση των τρεχόντων προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζουν, τους υποχρεώνει να διαφυλάττουν έντρομοι τα υπολείμματα των οικονομιών τους για την “κακιά την ώρα”. Η υποβάθμιση της Δημόσιας Παιδείας και η υπέρμετρη αύξηση της παραπαιδείας, έχουν δημιουργήσει οικονομικές συνθήκες δυσβάστακτες για τη μέση οικογένεια. Όλα αυτά κι άλλα πολλά επιμέρους ζητήματα απομακρύνουν τον κόσμο από την αγορά, με αποτέλεσμα η κίνηση να είναι εμφανώς υποβαθμισμένη, ανεξάρτητα από την τρέχουσα επιδημική κρίση. Ήδη εκδηλώνεται ένας σκληρός ανταγωνισμός που αναμένεται να κλιμακωθεί. Ο καταναλωτής δέχεται ανεμπόδιστα κάθε στιγμή αμέτρητα καταναλωτικά ερεθίσματα από τις τηλεοπτικές συχνότητες και από το ηλεκτρονικό εμπόριο μέσω του διαδικτύου, που ανταγωνίζεται τις τοπικές επιχειρήσεις επιβάλλοντας πέραν της καθημερινότητας, μιά άλλου τύπου ηλεκτρονική «Black Friday». Αυτό παρατηρείται κατά αντίθεση με ότι συνέβαινε τα παλιότερα χρόνια όπου οι καταναλωτές κυριολεκτικώς συνωστίζονταν στα καταστήματα και η αγορά έσφυζε από ζωή και ενεργοποιούσε όλα τα επαγγέλματα με αποτέλεσμα την ευημερία του τόπου. Παρά την βαριά σκιά της επιδημικής κρίσης και των συνεπειών της, οι κοινωνίες δεν πρέπει να αφεθούν στο ρόλο του απλού παρατηρητή των εξελίξεων. Επιβάλλεται άμεσα να πραγματοποιηθούν δυναμικές θεσμικές τομές στο χώρο του τοπικού εμπορίου που να αποβαίνουν σε όφελος των καταναλωτών, οι οποίοι με τη σειρά τους θα εμπιστεύονται και θα προτιμούν τα τοπικά εμπορικά καταστήματα για τις αγορές τους. Ο θεσμικές πρωτοβουλίες που επιβάλεται να αναληφθούν, είναι εκείνες που μπορούν να ενεργοποιήσουν την διεκδίκηση πόρων και την διασφάλιση επενδύσεων οι οποίες θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και θα ανακόψουν την καθοδική οικονομική πορεία του τόπου. Για να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός επιβάλλεται μια γενικότερη κινητοποίηση, έτσι ώστε ο χρόνος να πάψει να κυλά εις βάρος της τοπικής αγοράς και της αναπτυξιακής πορείας του τόπου, των οποίων η αρνητική πορεία συνεπάγεται την απώλεια πραγματικών αξιών από την πτώση των τιμών των ακινήτων, την έξαρση της ανεργίας και την επίταση των μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων που οδηγούν τον τόπο σε μαρασμό και εγκατάλειψη. Το επίκαιρο σύνθημα «Μέσα στην κρίση είναι η λύση!», επιβάλλεται να ξεπεράσει τα όρια του απλού ευχολογίου και να ενεργοποιήσει όλες τις αναγκαίες δράσεις για την διασφάλιση της αναπτυξιακής προοπτικής του τόπου.